Μια φορά κι ένα καιρό ήταν ο φόβος

fovos«Δεν μπορώ να συμμετάσχω στην απεργία, δεν μπορώ να βγω στο δρόμο και να συγκρουστώ, έχω δυο παιδιά! Καταλαβαίνετε; Είναι αδύνατον αυτό που μου ζητάτε. Υποστηρίζω το δίκιο του αγώνα, αλλά αν δε δουλέψω θα πεινάσουν και πως θα τα κοιτάξω στα μάτια;»

Έφυγε με το κεφάλι σκυμμένο και πήγε για το μεροκάματο. Ανέβηκε στην κολόνα και στα  10 μέτρα, άκουσε το κλικ. Ο ιμάντας, ήδη μια δεκαετία σε χρήση, έσπασε, βρέθηκε στο κενό. Πέρασαν από μπροστά του στο δευτερόλεπτο της πτώσης, χιλιάδες εικόνες: Η γυναίκα του, τα παιδιά του, το ταξίδι που δεν πήγαν ποτέ, ο χρόνος που δεν έφτανε ποτέ για να παίξουν, οι συνάδελφοι του με τις γροθιές υψωμένες, που τον χτύπησαν με κατανόηση στον ώμο, την ώρα που τους έλεγε πως θα τους προδώσει για να μπορεί να κοιτάξει τα παιδιά του στα μάτια. Τα παιδιά που τον έχασαν καθώς το σώμα του έσκασε στη γη διαλυμένο.

Διατάχτηκε έρευνα. «Εργατικό ατύχημα απεργοσπάστη». Οργίασαν οι φήμες πως ήταν σαμποτάζ των απεργών, σύσσωμη η κοινωνία, στράφηκε εναντίον της απεργίας. Η μεγαλύτερη κόρη του, έτρεχε μόνη της να μάθει, να ρωτήσει, να βρει, αν δεν μάθαινε θα τρελαινόταν. Ένας από τους λόγους που απεργούσαν οι συνάδελφοι του πατέρα της, ήταν τα φθαρμένα υλικά που τους ανάγκαζαν να χρησιμοποιούν. Όλοι μαζί, σε μια νέα κινητοποίηση, κράδαιναν κατεστραμμένους ιμάντες και φώναζαν για το φόνο. Η απόφαση βγήκε ενάντια στην εταιρία και δεν ανακοινώθηκε παρά μόνο στην οικογένεια. «Εγκληματική αμέλεια» είπαν. «Αποζημίωση» είπαν.

Η παραπάνω ιστορία, είναι φανταστική (είναι  άραγε;). Είναι η ιστορία των ανθρώπων που φοβούνται να σπάσουν τα δεσμά που τους κρατούν μακριά από τη ζωή. Είναι η ιστορία, αυτών που φοβούνται μη χυθεί αίμα στο δρόμο, την ώρα που γυρνούν από την κηδεία ενός φίλου που αυτοκτόνησε, από το ΙΚΑ όπου απελπισμένοι φώναζαν για τα φάρμακα του καρκινοπαθούς συγγενή τους, από τον ψυχίατρο που τους έδωσε μια γερή δόση γεννόσημου για να ξεπεράσουν τις φοβίες τους, από την άκρη που τους πούλησε πρέζα, από την τράπεζα που τους πήρε το σπίτι, από το αεροδρόμιο που αποχαιρέτησαν την οικογένεια που έφευγε.

Έτσι είναι δυστυχώς η ιστορία. Αυτό που φοβόμαστε, είναι αυτό που ζούμε ήδη. Το θέμα είναι, για πόσο θα επιλέγουμε να το ζούμε παθητικά, μαρτυρικά, σιωπηρά  και πότε και αν, θα καταλάβουμε, πως η ζωή για την οποία δεν αγωνιζόμαστε, είναι ήδη ζωή χαμένη.

eleutheriellada.wordpress.com

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

two × one =

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.