Η ΑΝΟΙΞΙΑ (ΓΕΝΙΚΑ)
Ένα από τα όμορφα ελληνικά χωριά είναι και το ποντιακό χωριό του Ν. Θεσ/νίκης και της επαρχίας Λαγκαδά η ΑΝΟΙΞΙΑ.
Το χωριό βρίσκεται σε υψόμετρο 430 μέτρων και απέχει 69 χιλ. ανατολικά της Θεσ/νίκης και 10 περίπου χιλ. βόρεια της λίμνης Βόλβη.
Το χωριό διασχίζει ένας ξεροπόταμος, που έχει δύο γέφυρες. Από το βουνό, στους πρόποδες του οποίου είναι η Ανοιξιά, φαίνονται άλλα γνωστά βουνά, όπως: ο Βερτίσκος δυτικά (1103 μ.) και τα Κερδύλια ανατολικά (1091 μ.). Τα βουνά αυτά βρίσκονται στα σύνορα των νομών Θεσ/νίκης και Σερρών. Μπορούμε, επίσης, να διακρίνουμε το βουνό Μενοίκιο, βόρεια της πόλης των Σερρών, στα σύνορα των νομών Σερρών και Δράμας.
Η μεγαλύτερη κορυφή του έχει ύψος 1453 μ. Από το διπλανό βουνό της Ανοιξιάς μπορούμε να δούμε πολλά χωριά, όπως: Φιλαδέλφειο, Ξηροπόταμο, Αρέθουσα, Στεφανινά, Λίμνη, Σκεπαστό, Μαυρούδα και Σοχό. Το χωριό απέχει 25 περίπου χιλ. από το Στρυμονικό κόλπο.
Η Ανοιξιά κατοικήθηκε τη δεκαετία του 1920, από Ελληνοποντίους που ήρθαν από τον Πόντο. Άλλοι ήρθαν κατευθείαν από τα χωριά της περιοχής του Μεσσουδιέ Κοτυώρων (Ορδούς) και άλλοι από τη Νικομήδεια (Ισμίτ). Στη Νικομήδεια, που απέχει 93 χιλ. από την Κωνσταντινούπολη (Ινσταμπούλ), βρέθηκαν πριν Περίπου 30-40 χρόνια, από τον ξεριζωμό του 1922-24, προερχόμενοι κυρίως από τα μέρη του Μεσσουδιέ (114 χιλ. από τα Κοτύωρα). Οι πιο μακρινοί της πρόγονοι προέρχονταν από την Αργυρούπολη (Γκιουμουσχανέ) του Πόντου.
Οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού μεταφέρθηκαν με πλοία, μετά από μεγάλες ταλαιπωρίες, από τα Κοτύωρα και το Μεσσουδιέ σε διάφορα μέρη της Ελλάδας (Χίο, Ζάκυνθο, Πειραιά, Θεσ/νίκη κ.ά.). Στο τέλος εγκαταστάθηκαν στην Ανοιξιά, όπου η τοποθεσία και το ημιορεινό κλίμα συνδυάζεται με εκείνα του Πόντου.
Στο χωριό πρωτοήρθε το 1914 ο Μουρατίδης Ιωάννης, προερχόμενος από τη Νικομήδεια. Επέστρεψε όμως πίσω το 1919. Τότε ο γιος του, Μουρατίδης Γεώργιος (Κομπέλτς), ήταν 21 ετών. Το 1921 έφυγαν οριστικά από εκεί για τη Θεσ/νίκη. Το Φεβρουάριο του 1923 κατέληξαν στο χωριό Ανοιξιά. Το ίδιο έτος κατέφθασε στο χωριό η πρώτη ομάδα οικογενειών, όπως: Τσαβδαρίδης, Αντωνιάδης, Χρυσίδης, Χατζηκώστας, Παυλίδης κ.ά. Το 1924-25 εγκαταστάθηκε στην Ανοιξιά και η δεύτερη ομάδα οικογενειών, όπως: Κελεσίδης, Καραπαναγιωτίδης, Ιωσηφίδης, Χαιρόπουλος κ.ά. Το ταξίδι τους από τη Θεσ/νίκη στο χωριό γινόταν συνήθως με κάρα ή με τα πόδια.
Η δεύτερη ομάδα κατοίκων δεν έγινε ευνοϊκά δεκτή από την πρώτη. Το θέμα λύθηκε με τη μεσολάβηση του Μουρατίδη Γεωργίου, ο οποίος ήταν πρόεδρος της προσφυγικής ομάδας.
Οι Πρώτοι Ανοιξιώτες συνάντησαν στο χωριό δυο παλιά τουρκικά κτίσματα (τεκέδες). Το ένα ήταν κοντά στο σπίτι του Τσαβδαρίδη Αναστασίου (αγροφύλακα) και το άλλο στου Καρασσαβίδη Ν. Θόδωρου (λυριτζή). Εκεί οι Τούρκοι, που προϋπήρχαν στο χωριό θυσίαζαν ζώα και έθαβαν τους νεκρούς τους. Τα τουρκικά αυτά κτίσματα κατοικήθηκαν από τον Μουρατίδη Ιωάννη (12 χρόνια) και τον Τσαβδαρίδη Αναστάσιο. Ένα χιλιόμετρο περίπου δυτικά του χωριού σι Πρώτοι κάτοικοι έστησαν πρόχειρες κατοικίες (καλύβια). Αυτές μερικές φορές καίγονταν και δημιουργούνταν πρόβλημα. Στην περιοχή εκεί σώζεται ερειπωμένη βρύση (πεγάδ’), κτισμένη το 1931. Το νερό της βρύσης όλο και λιγοστεύει, εξυπηρετώντας τα ζώα και τους ανθρώπους. Εκεί γύρω όπως στο παρελθόν έτσι και σήμερα εξορμούν οι Ανοιξιώτες, μικροί και μεγάλοι, για Πρωτομαγιά. Παλιά το δημοτικό σχολείο εκεί έκανε εκδρομές και τα αγόρια έπαιζαν ποδόσφαιρο. Η περιοχή είχε ψηλά δένδρα, που πρόσφεραν δροσιά και καλό ίσκιο. Στην Περιοχή, επίσης, στο παρελθόν συγκεντρωνόταν στρατός για ασκήσεις. Η βλάστηση ακόμα και σήμερα είναι εξαιρετική. Με τη φροντίδα νέων του χωριού εκεί έγινε δενδροφύτευση.
Το 1927 έγινε προσωρινή διανομή χωραφιών. Πριν τα καλλιεργούσαν αυθαίρετα. Το 1932 έγινε οριστική διανομή. Αγόρασαν τότε και διάφορα ζώα.
Η Προηγούμενη ονομασία της Ανοιξιάς ήταν Κάντσια, λέξη προερχόμενη από το Καν (αίμα) και το Τσαν (ψυχή). Το όνομα προήλθε πιθανόν από το γεγονός ότι οι Τούρκοι έσφαξαν εκεί χριστιανούς. Η εύρεση λίγων αρχαίων και βυζαντινών αντικειμένων (νομίσματα, βραχιόλια, σκουλαρίκια, δαχτυλίδια, μαρμάρινες πλάκες, κεραμικά κ.ά.) καθώς και η εύρεση παλιών ερειπίων μαρτυρεί την ύπαρξη κάποιας παλιάς συνοικίας δυτικά του χωριού (από ΝΔ προς ΒΔ).
Το 1947-49 οι κάτοικοι μετακόμισαν προσωρινά στον Ασκό, Πολυδένδρι και Σοχό, λόγω του εμφυλίου πολέμου.
Το 1943 η Περιοχή ήταν υπό την Κατοχή των Γερμανών. Οι Γερμανοί είχαν την έδρα διοίκησής τους στον Ασκό. Επισκέφθηκαν 6-7 φορές το χωριό και έκλεβαν. Το καλοκαίρι του 1943 η εθνική αντίσταση, που αποτελούνταν από 100 άτομα, έστησε ενέδρα τους Γερμανούς, σι οποίοι ήταν 30 άτομα. Μετά από συμπλοκή 20 Γερμανοί σκοτώθηκαν, 9 αιχμαλωτίστηκαν και Ι διέφυγε. Αυτός που διέφυγε τελικά σκότωσε ένα άνδρα της εθνικής αντίστασης, ο οποίος τον κυνηγούσε. Τότε οι άνδρες της αντίστασης πήραν πολλά λάφυρα από τους Γερμανούς.
Την περίοδο του εμφυλίου πολέμου ο Καρασσαβίδης Θ. Ευστάθιος σκοτώθηκε (1948), όταν έγιναν οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στα βουνά Γράμμο και Βίτσι. Ο Ιωσηφίδης Κ. Κων/νος, που είχε σιδεράδικο (1938-43) σκοτώθηκε το 1944 από τα τάγματα ασφαλείας. Ο Καρυπίδης Δ. Σάββας σκοτώθηκε, επίσης, το 1944 από τα τάγματα ασφαλείας.
Το 1928 η Ανοιξιά είχε 245 κατοίκους. Το 1951 είχε 355. Σύμφωνα με την απογραφή του 1981, η Ελλάδα είχε 9.707.000, ο Ν. Θεσ/νίκης 858.661 και η Ανοιξιά 300 περίπου κατοίκους. Σ’ αυτούς δεν ανήκαν οι 200 και πλέον μετανάστες του στο εξωτερικό, κυρίως Γερμανία. Σήμερα το χωριό κατοικείται από 200 περίπου μονίμους κατοίκους. Η ανεργία και αναποτελεσματικότητα της γεωργίας απομάκρυνε τους νέους και το χωριό απειλείται με μεγαλύτερη ερήμωση.Η Ανοιξιά μαζί με τα δύο άλλα χωριά Φιλαδέλφειο (Πόντιοι και Μικρασιάτες) και Ξηροπόταμο (Πόντιοι) αποτελεί μια κοινότητα. Το κοινοτικό γραφείο βρίσκεται στο μεγαλύτερο χωριό το Φιλαδέλφειο. Τα χωριά μεταξύ τους απέχουν γύρω στα 2 χιλιόμετρα. Γραμματέας της κοινότητας, από το 1949 μέχρι το 1984, ήταν ο Χαιρόπουλος Δημήτριος (Ανοιξιά). Η προσφορά του στην αναμόρφωση της κοινότητας υπήρξε τεράστια. Από το 1984 γραμματέας ανέλαβε η Κουρουκλίδου Γαρυφαλιά, από το Σοχό. Πρόεδροι πέρασαν πολλοί, όπως: Συμεωνίδης Γ., Κελεσίδης Χ. (Ανοιξιά), Γαβριηλίδης Σ., Τεκίδης Σ., Ζαφειρίου Ι., Φωτιάδης Α., Ιωσηφίδης Θ. (Ανοιξιά), Συμεωνίδης Ι., Τεκίδης Κων/νος. Σήμερα, δηλαδή από το 1995, είναι ο Τσαουσίδης Γρηγόριος. Άλλα γειτονικά χωριά στην Ανοιξιά είναι: Βαγιοχώρι (ποντιακό), Ασκός (Πόντιοι, Θρακιώτες, κ.ά.), Πολυδένδρι (ποντιακό), Κρύα Νερά (Πόντιοι, Θρακιώτες), Αυγή (ποντιακό), Σοχός, Μαυρούδα (ποντιακό), Σκεπαστός, Λίμνη (ποντιακό), Αρέθουσα (με λίγους Πόντιους), Στεφανινά και Λευκούδα (ποντιακό).
Η Ανοιξιά ανήκει εκκλησιαστικά στη Μητρόπολη Σερρών και Νιγρίτας, όπου Μητροπολίτης είναι ο σεβασμιώτατος κ. Κ. Μάξιμος. Διοικητικά το χωριό ανήκει στη Θεσ/νίκη.
Η κύρια ασχολία των Ανοιξιωτών είναι: Η γεωργία (σιτηρά, καπνά, αμύγδαλα, λαχανικά, τριφύλλι, καλαμπόκι, πατάτες, κ.ά.) και η κτηνοτροφία (πρόβατα, γίδες, αγελάδες κ.ά.). Η πτηνοτροφία είναι ελάχιστη (κότες, Περιστέρια κ.ά.). Υπάρχουν και δασικά είδη: πουρνάρια (πρίνοι), δρυς (πελίτια), καρυδιές, πλατάνια, λεύκες (καβάκια), καυσόξυλα κ.ά. Μερικοί ασχολούνται με τη βιοτεχνία, όπως: ο Λάζαρος Παυλίδης και Κώστας Καρυπίδης. Η γεωργική καλλιέργεια εδώ και πολλά χρόνια γίνεται με σύγχρονα γεωργικά μηχανήματα. Τα παλιά παραδοσιακά μηχανήματα έχουν πλέον εκτοπισθεί. Μέλη του Συνεταιρισμού από το 1990 είναι: Γ. Αντωνιάδης, Γ. Ιωσηφίδης, Γ. Τοκατλής, Λ. Χρυσίδης και Σ. Τοκατλής.
Το ημιορεινό κλίμα του χωριού ευνοεί και τη μελισσοκομία. Γνωστός μελισσοκόμος είναι ο Παυλίδης Κώστας (Τσαμπάζος).
Παλαιότερα αφθονούσαν τα είδη κυνηγίου: πάπιες, χήνες, πέρδικες, μπεκάτσες, μαυροπούλια, λαγοί, αγριογούρουνα, ζαρκάδια, λύκοι, αλεπού- δες κ.ά. Σήμερα λιγόστεψαν σε μεγάλο βαθμό. Υπάρχουν ακόμη λαγοί, αλεπούδες, ορτύκια, μαυροπούλια κ.ά. Οι κυνηγοί αυξήθηκαν σε αντίθεση με τα ζώα που μειώθηκαν. Για ψάρεμα μερικοί επισκέπτονται Τη λίμνη της Βόλβης (15 χιλ.).
Τα βουνά του χωριού κάηκαν την περίοδο 1946-50 από πυρκαγιά. Σήμερα παντού η βλάστηση είναι ικανοποιητική.
Το 1960 αποξηράνθηκε η κοντινή στο χωριό λίμνη Μαυρούδας. Από την βρωμολίμνη εκείνη προέρχονταν διάφορες ασθένειες, όπως η ελονοσία. Η ελονοσία θέρισε αρκετούς από τους πρώτους κατοίκους το 1930. Η λίμνη, επίσης, αποτελούσε εστία πολλών κουνουπιών. Σήμερα ένα ελάχιστο Τμήμα της μετατράπηκε σε άγονα χωράφια, μερικά απ’ αυτά ανήκουν στην Ανοιξιά. Σήμερα υπάρχει ευρωπαϊκό Πρόγραμμα, η λίμνη να ξαναδημιουργηθεί.
Μετά το 1960 άρχισε η μείωση του αγροτικού πληθυσμού. Πολλοί κάτοικοι μετανάστευσαν προς τη Θεσ/νίκη και το εξωτερικό (Γερμανία και Σουηδία), αναζητώντας καλύτερες συνθήκες ζωής και εργασίας. Το 95% των μεταναστών βρίσκεται στη Γερμανία, όπου οι περισσότεροι εργάζονται σε δικά τους ρεστοράν. Ελάχιστοι σήμερα επέστρεψαν από την ξενιτιά, όπως: ο Θόδωρος Μουρατίδης, Γεώργιος Παυλίδης, Γεώργιος Μαυρίδης, Παρθένης Ζαβρακλής, Κοσμάς Παυλίδης κ.ά. Οι μετανάστες Ανοιξιώτες έχτισαν θαυμάσιες κατοικίες, όπως και οι τοπικοί. Φροντίζουν να παρευρίσκονται το καλοκαίρι στο χωριό.
Πριν το 19 επισκέπτονταν το χωριό κινηματογραφικά συνεργεία από τη θεσ/νίκη. Παίζονταν ασπρόμαυρες ταινίες της δεκαετίας του 1950 στο δημοτικό σχολείο, στο παλιό καφενείο του Λαζαρίδη, στο καφενείο του Κ. Ηλιάδη (τώρα το καφενείο δεν υπάρχει) και στην πλατεία του χωριού. Οι χωριανοί συγκεντρώνονταν, έβλεπαν τις ταινίες και ψυχαγωγούνταν.
Την περίοδο 1978-83 λειτουργούσε λατομείο σε κοντινό βουνό, απ’ όπου έβγαινε εκλεκτή μαρμαρόπετρα. Εκεί εργάζονταν νέοι από το χωριό. Τη μαρμαρόπετρα εκμεταλλευόταν η επιχείρηση του Λαζαρίδη από τη Δράμα. Μεταξύ των εργατών ήταν και οι: Τοκατλής Σταϊρος, Τοκατλής Κυριάκος, Καρυπίδης Ανέστης, Ιωσηφίδης Δημήτριος, Αντωνιάδης Πόλυς κ.ά.
Ο μεγάλος σεισμός του 1978 (καλοκαίρι) κατέστρεψε αρκετά σπίτια, τα οποία κρίθηκαν ακατάλληλα για κατοίκηση. Πολλοί διανυκτέρευαν στην ύπαιθρο. Ο σεισμός έγινε αιτία το παλιό χωριό να ανοικοδομηθεί με νέες αντισεισμικές κατοικίες και να παρουσιάζει σήμερα εικόνα σύγχρονου χωριού. Πολλοί κάτοικοι δανειοδοτήθηκαν και έχτισαν καινούρια σπίτια, τα οποία διαθέτουν όμορφες αυλές με άφθονα λουλούδια. Τόσο, λοιπόν, ο σεισμός όσο και η μετανάστευση συνετέλεσαν να επενδυθούν αρκετά χρήματα στην ανοικοδόμηση του χωριού.
Η Ανοιξιά διαθέτει: εξατάξιο δημοτικό σχολείο, την εκκλησία του Αγ. Παντελεήμονα, καφενείο (του Λαζαρίδη Κώστα) και ταβέρνα (Καλαϊτζίδη Δημητρίου). Έκλεισαν η πιτσαρία, το παντοπωλείο (του Κοσμά Παυλίδη) και το γήπεδο.
Τα πρώτα καφενεία του χωριού τα είχαν οι εξής: Ο Μουρατίδης Χαρ/μπος και Σωκράτης στη δεκαετία του 1930, ο Τσαβδαρίδης Αναστάσιος μέχρι το 1943, ο Παυλίδης Παναγιώτης από το 1935 μέχρι το 1955, ο Ιωσηφίδης Δ. Ιωάννης την περίοδο 1932-1943 και ο Λαζαρίδης Κων/νος από το 1953.
Από τα Πρώτα παντοπωλεία ήταν: του Καρυπίδη Μωϋσή και Λαζαρίδη Αναστασίου από το 1949-50, του Παυλίδη Παύλου από το 1955 μέχρι το 1975 και Παυλίδη Αναστασίου από το 1952 μέχρι το 1965.
Το 1936 κτίστηκε δυο φορές το Πρώτο σχολείο. Το νέο σχολείο είναι από το 1978. Διαθέτει μεγάλη αυλή περιτριγυρισμένη με πεύκα και κυπαρίσσια. Το σχολείο λειτουργεί με 17 περίπου μαθητές (δημοτικό και νηπιαγωγείο), με ένα δάσκαλο και μία νηπιαγωγό. Από το χωριό πέρασαν πολλοί δάσκαλοι από διάφορα μέρη της Ελλάδας, όπως: Η Ροζάκη, ο Ιωαννίδης, ο Μπαλής, ο Καρνάβας, ο Κανατάκης, ο Μεντής και άλλοι. Τα τελευταία 11 χρόνια δάσκαλος είναι ο Δημήτριος Μπάρμπας, από την Ήπειρο. Όλοι σχεδόν οι μαθητές παρακολουθούν το τριτάξιο γυμνάσιο Ασκού και το λύκειο του Σοχού ή Θεσ/νίκης. Μερικοί συνεχίζουν σε ανώτερες και ανώτατες σχολές. Αρκετοί μορφωμένοι και επαγγελματίες προέρχονται από το χωριό, όπως: οδοντίατρος, δικηγόρος, καθηγητές, δάσκαλοι, τεχνίτες, λογιστές, έμποροι, επιχειρηματίες κ.ά. Πολλοί νέοι του χωριού στρέφονται για ψυχαγωγία στα γειτονικά χωριά.
Η εκκλησία του Αγ. Παντελεήμονα πρωτοχτίστηκε το 1932, αφού γκρεμίστηκε πριν 3 φορές. Η νέα εκκλησία, που συνορεύει με το σχολείο, είναι από το 1972. Από τις προσφορές των κατοίκων έγιναν διάφορες διακοσμήσεις, με αγιογραφίες, εικονίσματα κ.ά. Παλαιότερα λειτουργούσε και η
εκκλησία των Αγ. Αναργύρων στο βουνό. Στις 27/7/1972 έγινε ο πρώτος εκκλησιασμός στον Αγ. Παντελεήμονα. Μερικοί από τους ιερείς ήταν: Ένας ιερομόναχος, ο παπα-Χαρίτος, ο Θεοδωρούδης Πασχάλης (Βρασνά), ο Ταβλαρίδης Δημήτριος (Ασκό). Ο τελευταίος λειτουργεί στο χωριό πάνω από 18 χρόνια. Ψάλτης από το 1924 μέχρι τα τελευταία χρόνια ήταν ο Μουρατίδης Γεώργιος (Κομπέλτς).
Το χωριό υδρεύεται από δυο Πηγές: Η μια βρίσκεται στο βουνό και είναι φυσική πηγή, ενώ η άλλη στον κάμπο και είναι τεχνητή. Η τεχνητή πηγή προήλθε από τη γεώτρηση του 1970 και τροφοδοτεί το υδραγωγείο στο ανατολικό ύψωμα του χωριού.
Από το 1952 μέχρι το 1982 υπήρχαν αμπέλια στο ανατολικό διπλανό λόφο. Σήμερα στην πλευρά του βουνού υπάρχουν στάβλοι, που ανήκουν σε κτηνοτρόφους του χωριού (Γιώργο Αντωνιάδη, Πόλυ Αντωνιάδη, Τάσο Ιωσηφίδη κλπ.).
Οι διάφορες κοινωνικές υπηρεσίες εξυπηρέτησης των κατοίκων είναι: Στον Ασκό (ταχυδρομείο, ιατρείο, αστυνομία) και στο Σοχό (τράπεζα Αγροτική, ειρηνοδικείο, ιατρείο (ΕΣΥ), συμβολαιογράφοι και αστυνομία).
Από το χωριό μέχρι το 1994 περνούσε η κινητή τράπεζα της Νιγρίτας Εθνική Τράπεζα). Λόγω ληστείας διέκοψε τη λειτουργία της. Από το χωριό περνάει μια φορά την εβδομάδα ο γιατρός. Μεγάλη εξυπηρέτηση στους κατοίκους προσφέρει το Κέντρο Υγείας Σοχού. Από την Ανοιξιά περνάει και ο ταχυδρόμος (από τον Ασκό). Η συγκοινωνία είναι καλή. Τρεις φορές ηερεσίως πηγαινοέρχεται υπεραστικό λεωφορείο στο χωριό. Υπάρχει ένα αγοραίο ΤΑΧΙ (Χρυσίδη Κώστα) και πολλά ιδιωτικά αυτοκίνητα. Η Ανοιξιά ηλεκτροφωτίστηκε το 1968. Η ασφαλτόστρωση είναι από το 1982.
Το χωριό πανηγυρίζει στις 27 Ιουλίου, ημέρα του Αγ. Παντελεήμονα. Τότε δέχεται πολλούς επισκέπτες και προσκυνητές. Ωραία γλέντια γίνονται με ποντιακές και άλλες ορχήστρες.
Οι μετανάστες Ανοιξιώτες συμμετέχουν στο παραδοσιακό πανηγύρι του χωριού τους. Για μπάνια εξορμούν στις παραθαλάσσιες γειτονικές περιοχές (Σταυρό, Ολυμπιάδα, Ασπροβάλτα, ακτές Χαλκιδικής κ.ά.). Οι Ανοιξιώτες είναι φιλόξενοι και νοικοκυραίοι. Διατηρούν τις ποντιακές συνήθειες και μιλούν την ποντιακή διάλεκτο.
Υπάρχουν λίγοι παραδοσιακοί φούρνοι. Οι περισσότεροι αγοράζουν ψωμιά από τον Ζαχαρία Χρυσίδη, ο οποίος προμηθεύεται άρτο από τον Ασκό, Μαυρούδα, Αρέθουσα και Βρασνά.
Σήμερα, λοιπόν, η Ανοιξιά παραμένει ένα όμορφο χωριό με λίγους δυστυχώς κατοίκους. Υπάρχουν αρκετοί νέοι λάτρεις του χωριού, που συχνά το επισκέπτονται και δεν το εγκαταλείπουν. Υπάρχουν πολλοί που βρίσκονται μακριά του και το νοσταλγούν. Συχνά ο Παύλος Χαιρόπουλος με τους χωριανούς του και με τη λύρα παίζει το τραγούδι της Ανοιξιάς και περιγράφει τις ομορφιές του:
«Νασάν εσέν Ανοιξιά με τ’ έμορφα λιβάδε
καμμίαν ‘κι νεσπάλν’ ατά τεσάν τα παλικάρε
Νασάν εσέν Ανοιξιά με τ’ έμορφα κορτσόπα
ατά σέρουνταν με τεσέν και λέγνε τραγωδόπα
Λελεύωσε Ανοιξιά με τ’ έμορφα τ’ οσπίτες
στο έρθαν και έχτισαν Πόντου Κοτυωρίτες
Λελεύωσε Ανοιξιά με τ’ έμορφους νυφάδες
πάντα αγαπούν και σέρουνταν τι χωρί οι γιοσμάδες
Ανάθεμα και τα μακρά και τα πιδεβασέας
εκές ζει και αναστενάζ τεσόν ο ξενιτέας».
______________________________________________________
ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΙΑΣΟι πρώτοι κάτοικοι της Ανοιξιάς εξαντλημένοι και κουρελιασμένοι έφθασαν στο χωριό, μετά το δράμα του ξεριζωμού (1922-23). Αντλώντας δυνάμεις μέσα από τη φτώχεια, τη δοκιμασία, τις κακουχίες, τον εμπαιγμό, κατόρθωσαν να κτίσουν το χωριό και να αναγεννηθούν μακριά από τη ζωή που συνήθισαν. Υπήρξαν μάρτυρες των άγριων τουρκικών διωγμών και της προσφυγιάς. Έζησαν κάτω από αντίξοες συνθήκες. Γνώρισαν τον ρατσισμό, γνώρισαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη βουλγαρική θηριωδία (1944), την κατοχή (1941-44) και τον εμφύλιο (1947-49). Πολλοί δεν άντεξαν και πέθαναν νωρίς, οι περισσότεροι τις δεκαετίες 1960, 1970 και 1980. Υπηρέτησαν τον ελληνικό στρατό με αγάπη και πατριωτισμό. Προσπάθησαν να επιβιώσουν ασχολούμενοι με μικρές γεωργοκτηνοτροφικές εργασίες. Αδικημένοι όμως ήταν, γιατί σε εξευτελιστικές Τιμές πουλούσαν Τα προϊόντα τους. Δεν δοκίμασαν έντονα το ρατσισμό σε σύγκριση με Ποντίους που εγκαταστάθηκαν σε περιοχές εντοπίων. Ζούσαν σε καθαρό ποντιακό χωριό με πολλά προσφυγικά χωριά γύρω, εκτός το Σοχό, Στεφανινά και Αρέθουσα.
Δε ξεχνιέται η δακρύβρεκτη ιστορία τους, σ’ αυτό τον τόπο, όπου συχνά τραγουδούσαν και μοιρολογούσαν, αναπολώντας τις παλιές χαρές και λύπες και η καρδιά τους φαρμακωνόταν, όπως λέει και η ποντιακή μούσα: «Αναστορώ τα παλαιά κι κάρδεμ φαρμακούται, όντες κρούνε απέσ σ’ ο νούμ τι πάτριδας τα τόπε….».
Το 1928, λίγο μετά την ανταλλαγή, η Ανοιξιά είχε 245 κατοίκους. Από τους πρώτους κατοίκους της Ανοιξιάς ήταν και οι εξής: Μουρατίδης Ιωάννης (Κομπέλτς), Τσαβδαρίδης Αναστάσιος, Καρυπίδης Χαρ/μπος του Δημητρίου, Καρυπίδης Χαρ/μπος του Γεωργίου, Παυλίδης Παύλος του Αναστασίου, Καζαντζίδης Γεώργιος (Πάλαγκας), Καρασσαβίδης Θόδωρος του Νίκου (ο λυριτζής), Λαζαρίδης Αναστάσιος (Γίγας), Μουρατίδης Μελέτιος (από Ρωσία), Καρυπίδης Λεωνίδας (του Αντίκα ο παππούς), Παυλίδης Ιωάννης (Κούπας), Παυλίδης Γεώργιος (Γοτσαέρ), Καρασσαβίδης Ιωάννης (Σόχτερελες), Χατζηκώστας Αναστάσιος (Τελήναστας), Λαζαρίδης Γεώργιος, Μουρατίδης Σωκράτης, Ιωσηφίδης Χάρης, Σαριπανίδης Σταύρος του Αναστασίου, Παπαδόπουλος Γεώργιος (Γουρλάχ), Χρυσίδης Νικόλαος (Κιοσές), Χρυσίδης Χρήστος (Κουφός), Πουρσανίδης Κων/νος, Καλαϊτζίδης Κων/νος (Σαλτήρ), Καρυπίδης Σάββας, Μαυρίδης Ευστάθιος (Τσαχούρ), Παπαδόπουλος Παναγιώτης (Καστάντς), Χρυσίδης Γεώργιος (Καστάντς), Ιωσηφίδης Αναστάσιος (Πατσαλουστά), Ιωσηφίδης Ιωάννης (Ταούτογλου), Ιωσηφίδης Κων/νος, Χαιρόπουλος Κων/νος (Χερόγλου), Χαιρόπουλος Ιώβ (Γέβος), Κελεσίδης Ιωάννης (Κελές), Κελεσίδης Παύλος (Κελές), Καραπαναγιωτίδης Αριστείδης (Ιστίλτς), Αντωνιάδης Πολύκαρπος (Σόχτερελες), Παπαδόπουλος Ιωάννης (Τσανικλής), Καζαντζίδης Αριστείδης, Τσιτηρίδης Ιωάννης (Τσουτουράκος), Καλαϊτζίδης Σάββας (Κιορ Σάββας), Σιδηρόπουλος Αναστάσιος (Τσέτες, από Ρωσία), Ιωσηφίδης Κυριάκος, Ιωσηφίδης Ιορδάνης (Τσορτανάς), Ιωσηφίδης Χαρ/μπος (Χάμπουλας), Παυλίδης Παναγιώτης (Χρυσοδόντες), Ιωσηφίδης Σάββας του Κυριάκου, Τσιτηρίδης Παύλος (Κατέρογλου), Αντωνιάδης Παύλος (Σόχτερελες), Καζαντζίδης Ιωάννης (Καράπελες), Μουρατίδης Κυριάκος, Φωτιάδης Λεωνίδας του Ευσταθίου (Γούρος), Αντωνιάδης Κων/νος (Σόχτερελες), Κελεσίδης Παύλος (Χουσήρ-Παύλος), Χαιρόπουλος Παναγιώτης (Τρουβαντάς), Ιωσηφίδης Ιωάννης (Πεκιάρ), Παυλίδης Ανέστης (Παλτατζής), Καπτανίνα Σοφία (του Καπτάν Γιάννε), Ιωσηφίδης Κων/νος (Τσικλένε – τι ποπαδίας ο άνδρας), παπα-Χαρ/μπος (ο πατέρας της ποπαδίας), Παυλίδης Αναστάσιος του Αναστασίου (της Λεμόνας) και Μουρατίδης Κυριάκος (Κερακός).
Τα χωριά της περιοχής του Μεσσουδιέ απ’ όπου ήρθαν οι περισσότεροι των πρώτων κατοίκων της Ανοιξιάς είναι: Τσαχμάν (Χαιρόπουλος Κων/νος, Χαιρόπουλος Δημήτριος, Παυλίδης Λάζαρος), Μουζάμανα (Καραπαναγιωτίδης Αριστείδης, Παπαδόπουλος Ιωάννης, Κελεσιδαίοι, Ιωσηφιδαίοι), Φιάζ (Χαιρόπουλος Ι., Χαιρόπουλος Ιώβ-Γέβος, Λαζαρίδης Κων/νος (Πούλικας), Καρυπίδης Ανέστης, Μουρατίδης Χαρ/μπος, Μουρατίδης Σωκράτης, Μουρατίδης Κυριάκος), Τσαμλούχ (Ιωσηφιδαίοι), Αρτούχ (Παυλιδαίοι, Λαζαριδαίοι), Σόχτερελε (Αντωνιάδης Παύλος), Γαράπελε (Καζατζίδης Αριστείδης), Γολέσαρι (Έλληνες και Τούρκοι), Πέελαν (Έλληνες και Προτεστάντες). Τα δυο τελευταία χωριά κάηκαν από τους Τούρκους. Οι κάτοικοι κάηκαν ζωντανοί.
Από τη Νικομήδεια ήρθαν Οι: Τσιτηρίδης, Μαυρίδης, Αντωνιάδης, Μουρατίδης (Κομπέλτς), Καζαντζίδης (Πάλαγκας) κ.ά.
Ο Τούρκος προύχοντας Σαμή Μπέης, με φιλελληνικά αισθήματα, προστάτευε τον ελληνισμό της περιοχής Μεσσουδιέ από τον Τοπάλ Οσμάν.
Ο γιος του Σαμή Μπέη, ο Ζεκί Καράγιακα, επισκέφθηκε το 1973 γνωστούς φίλους του ‘Έλληνες στη Β. Ελλάδα (Κατερίνη, Κιλκίς, Θεσ/νίκη). Μεταξύ άλλων επισκέφθηκε την Ανοιξιά, όπου έτυχε μεγάλης φιλοξενίας. Έγινε προς τιμή του μεγάλο γλέντι, όπου συμμετείχαν πολλοί Ανοιξιώτες μέσα σε ατμόσφαιρα συγκίνησης.
Αργότερα, στις 21-12-1973,0 γραμματέας της κοινότητας Φιλαδελφείου Χαιρόπουλος Δημήτριος έστειλε στο Ζεκί το εξής γράμμα: «Σας ενθυμούμεθα αληθώς εκάστην ημέραν εις Μεσσουδιέ Και πολύ πλησίον ευρίσκεται ο νους μας. Και προτού σας γνωρίσω ήμουν πλήρως ενημερωμένος ότι είσθε αντάξιος υιός του αλησμόνητου πατρός σας Σαμή Μπέη. Φυσικά στον κόσμον αυτόν μόνο η καλοσύνη μένει. Με την επίσκεψην και γνωριμίαν μας στο χωριό μας Ανοιξιά διεπίστωσα και Προσωπικά την αξίαν σας. Υποχρέωση δε όλων των Ελλήνων του Μεσσουδιέ είναι να εκφρασθούν εκ βάθους καρδίας με αγάπη και σεβασμόν υπέρ της ανθρωπίνης οικογενείας μας. Με τη βοήθεια του Θεού ευχόμεθα να πραγματοποιηθεί εις το μέλλον δική σας επίσκεψις εις περιοχήν Μεσσουδιέ, τόπο καταγωγής μας».
Στη συνέχεια ο Χαιρόπουλος Δημήτριος πήρε το εξής γράμμα από το Μεσσουδιέ: «Από μένα το φίλο σου, που έλαβα το γράμμα που μ’ έστειλες (24-12-73) μάθε ότι πολύ χαρήκαμε. Έτσι, όπως γράφεις είναι. Εκεί που βρεθήκαμε ουδέποτε Θα ξεχάσουμε τη φιλοξενία σας Δημητρό μέχρι που να πεθάνουμε. Πολλά χαιρετίσματα στον φίλο μου Αριστείδη αφέντη (Καραπαναγιωτίδη). Δόξα τω Θεώ, όλοι καλά είμαστε και σας ευχόμαστε να περνάτε καλά. Εγώ και η γυναίκα μου σας χαιρετούμε, τον πρόεδρο, τις γυναίκες και τα παιδιά σας. Σας καλούμε όλους εδώ, οι πόρτες μας Θα είναι ανοιχτές σε όλους σας. Ο φίλος σου, Ζεκί Καράγιακα».
Πηγή: Το παραπάνω αποτελεί απόσπασμα από το υπέροχο βιβλίο του Παύλου Δ. Χαιρόπουλου, Από τα Κοτύωρα στην Ανοιξιά.