Ο Γιάννης Βενιαμίν στο Χριστουγεννιάτικο Χωριό (Συνέντευξη)
“Λείπω από τον τόπο που μεγάλωσα πάνω από δέκα χρόνια και έχω περίπου ένα χρόνο που επέστρεψα και εγκαταστάθηκα για μια ανασυγκρότηση.
Γυρνώντας βρήκα περισσότερους φίλους από όσους άφησα και θέλω να σας ευχαριστήσω από καρδιάς που είστε εκεί για μένα, για την φιλία σας και για την υποστήριξη σε σχέση με την δουλειά μου. Ματς λαβ brothers and sisters
Εύχομαι ο καινούργιος χρόνος να φέρει σε όλους αυτό που πραγματικά έχουμε ανάγκη.
Αύριο σας περιμένω στο Χριστουγεννιάτικο Χωριό να τραγουδήσουμε σε “mood” εορταστικό”.
Γιάννης Βενιαμίν
Ηλεκτρική κιθάρα Γιώργος Βούζος
Συνέντευξη του Γιάννη Βενιαμίν στην Μαριέττα Κασιδόκωστα (evart.gr)
Μ.Κ.: Γιάννη πως μπήκε η μουσική στη ζωή σου; Υπήρξε κάτι που λειτούργησε καταλυτικά; Από την οικογένεια σου ίσως;
Γ.Β.: Οι γονείς μου όχι. Ίσως να με βοήθησε το γεγονός ότι δεν ασχολήθηκαν ποτέ με την μουσική. Οπότε ήμουν ελεύθερος να επιλέξω και να αποφασίσω χωρίς αποπροσανατολισμούς από αυτούς για το τι θέλω να κάνω και το πώς πρέπει να το κάνω. Ξεκίνησα από πολύ μικρός να ασχολούμαι με τη μουσική. Θυμάμαι στην έκτη δημοτικού κάναμε το πρώτο μας live για μια σχολική εκδήλωση, σαν απόφοιτοι εμείς τότε. Καταλαβαίνεις… Εγώ και ένας φίλος είχαμε τραγουδήσει κάποια τραγούδια των οποίων τους στίχους τους είχα γράψει εγώ. Ο φίλος μου έπαιζε και αρμόνιο τότε. Και αυτά έγιναν όταν ήμασταν περίπου 12 χρονών. Δεν ήξερα όχι από μουσική αλλά ούτε καν τι εννοούμε με τον ορό!! Εκ τότε βέβαια δεν ασχολήθηκα ποτέ και με τίποτα άλλο. Ήξερα ότι «θα γίνω αυτό όταν μεγαλώσω..».(γέλια). Εξάλλου δεν μου κέντρισε το ενδιαφέρον και κάτι άλλο σε όλα αυτά τα χρόνια!
Μ.Κ: Δεν έχεις ασχοληθεί δηλαδή με τίποτα άλλο; Κάποια άλλη σπουδή; Κάποια δουλειά;
Γ.Β.: Όχι, στο σχολειό ήμουν «σκράπας» (γέλια), δεν ξέρω για ποιο λόγο. Μάλλον έφταιγε το ότι δεν μπορούσα να κάτσω σε μια αίθουσα. Ήμουν ατίθασο παιδί εξάλλου μου άρεσε η μουσική ήθελα να κάνω μονό αυτό, να νιώθω ότι δημιουργώ με κάποιον τρόπο! Σπούδασα και ακόμα σπουδάζω σε ό,τι έχει σχέση με τη μουσική μου παιδεία. Πηγαίνω στο εθνικό ωδείο. Είχα και τις εξετάσεις μου προχθές.
Μ.Κ.: Λοιπόν Γιάννη ήσουν από το 2008 μέχρι και το 2013 μέλος μιας μπάντας εκτός από της δική σου, της houseband. Είναι πολλά τα χρόνια που ήσουν στον Σταυρό του Νότου και τώρα έκλεισε ένας κύκλος. Πως αισθάνεσαι γι αυτό; Τι σου άφησε κληρονομία η εμπειρία αυτή;
Γ.Β.: Ας τα πάρουμε από την αρχή. Εγώ στον Σταυρό μπήκα με Οντισιόν. Με πήγε η φίλη μου, η Τζοάννα Ντρίγκο, η οποία ήξερε ότι εγώ έψαχνα για κάτι τέτοιο και μου είπε ότι θεωρείται κάλο μαγαζί και να πάω χωρίς να το σκεφτώ. Φαντάσου ότι δεν ήξερα καν που είναι τότε. Έτσι λοιπόν πήγαμε τότε, με πήραν μετά και ξεκίνησα να δουλεύω εκεί. Η αλήθεια είναι ότι είναι πολύ κάλο σχολείο ο Σταυρός για έναν νέο μουσικό. Έπαιρνα παρά πολλά από αυτό που ζούσα εκεί και προς θεού δεν υπάρχει καμιά πικρία στο ό,τι έφυγα. Ίσα ίσα μόνο τα καλά θυμάμαι. Όπως όμως είπες έχει κλείσει ο κύκλος πλέον. Ήταν όμως εποικοδομητικά χρόνια και καλά!
Μ.Κ.: Ο Σταυρός σε έμαθε και πώς να συμπεριφέρεσαι μπροστά σε ένα κοινό! Ίσως να σε δίδαξε και τον τρόπο επικοινωνίας με το κοινό σου! Γιατί όπως και να το κάνουμε είχατε και κάποιους που έρχονταν καθαρά για εσάς και τη χημεία και το live γενικά!
Γ.Β.: Να σου πω… Υπήρχαν άνθρωποι που προφανώς ενδιαφέρονταν για αυτό που κάναμε. Ίσως ήταν η δύναμη που με έκανε να συνεχίσω και να θέλω να γίνομαι και καλύτερος. Τι να πω; Δεν μπορώ να σκεφτώ ότι ερχόταν κόσμος για να με δει και να με ακούσει. Ξέρεις, είναι λίγο περίεργο. Πάντως γενικά μου πήρε πολλά χρόνια αυτό, το να εξοικειωθώ με τον κόσμο και το να γίνω live performer. Ειδικά αυτό! Δεν ήταν εύκολο να το κάνω ειδικά με κάποιους μουσικούς, που ήταν πολύ μπροστά από μένα και με βοήθησαν παρά πολύ αλλά έπρεπε να τρέξω για να τους φτάσω. Σκέψου ότι εγώ πήγα σαν τραγουδιστής και μετά ξεκίνησα και σαν μουσικός με την κιθάρα και χωρίς να έχω την κατάρτιση ακόμα! Γενικά το πώς πρέπει να είσαι με το κοινό είναι κάτι που πιστεύω πως είναι προσωπική υπόθεση του καθενός, δηλαδή ο κόσμος μπορεί να δώσει πίσω και τα λάθη σου αλλά και την αγάπη του. Τώρα όσον αφορά στο τι γίνεται κάτω από τη σκηνή είναι αλήθεια προσωπικό του καθενός! Δεν το έχουν όλοι να ξέρεις. Ίσως και εγώ να μην το έχω. Ίσως και να έχω παρεξηγηθεί πολλές φόρες. Εξάλλου όλοι οι άνθρωποι έχουν δύο πλευρές. Εγώ έχω παραπάνω.(γέλια). Δεν είσαι το ίδιο ως καλλιτέχνης
και ως άνθρωπος.
Μ.Κ.: Πάντως γνωριμίες και φιλίες έχεις κρατήσει από ό,τι βλέπουμε. Όπως με κάποια άτομα από την houseband, το Γιάννη και τον Σταύρο που ήσασταν και μαζί σήμερα στο Κώνειο.
Γ.Β.: Με τα συγκεκριμένα παιδιά ναι, αλλά γενικά δεν κολλάς με όλους. Όχι γιατί υπάρχει πρόβλημα, αλλά δεν υπήρξε αυτό το ταίριασμα! Πάντως τα παιδιά τα θεωρώ πολύ καλούς μου φίλους!
Μ.Κ.: Ωραία! Κλείσαμε το θέμα του Σταυρού. Τώρα πια έχεις το δικό σου cd και θα ήθελα πάρα πολύ να μου πεις δύο και τρία λόγια γι αυτό. Λέγεται «υπέροχοι και μόνοι». Πολύ ωραίος τίτλος! Πες μου πως ήταν σαν εμπειρία; Πως δημιουργήθηκε;
Γ.Β.: Χαίρομαι που σου άρεσε ο τίτλος. Πρέπει, λοιπόν, να σου πω ότι ο νονός του cd είναι ο Ζακ Στεφάνου. Κοιτά, θα γίνω λίγο κλισέ και θα σου πω πως ήταν δύσκολο και όχι με τις καλύτερες συνθήκες από πολλές σκοπιές. Κυρίως γιατί δεν ήμασταν έτοιμοι. Έγινε και από εμένα εξ’ ολοκλήρου το cd όσον αφόρα την επιμέλεια του τουλάχιστον και την ενορχήστρωση. Όπως και όλο το στήσιμο των τραγουδιών το έκανα μόνος. Δεν είχα κάποιον να μου πει πως θα γίνει, να με καθοδηγήσει. Οπότε καταλαβαίνεις ότι είναι μια ιστορία που «πονάει» γιατί πήρε πολύ χρόνο και για οικονομικούς λόγους σταματούσαμε και ξανά μετά πάλι. Φαντάσου πως ξεκινήσαμε το 2009, τελειώσαμε το 2011 και το cd βγήκε το Μάιο του 2013 ανεπίσημα και χωρίς δισκογραφική εταιρία. Όπως καταλαβαίνεις έγινε λίγο περίεργα. Βασικά είχα ένα φίλο ο όποιος ετοίμαζε ένα στούντιο εκείνη την εποχή και ερχόταν στο σπίτι και άκουγε κάποια ντέμο. Κάποια στιγμή μου λέει «δεν έρχεσαι να το κάνουμε στο στούντιο;». Έτσι ξεκίνησε. Τελικά κατέληξα να το κάνω μόνος στο στούντιο του φίλου (γέλια) χωρίς παραγωγό, μάλλον με μένα παραγωγό και με την πολύτιμη βοήθεια του φίλου και μουσικού Λεωνίδα Κουμγιούτζογλου, που είναι και ο ντράμερ της μπάντας. Αυτός με βοήθησε στο να στήσουμε κάποια κομμάτια αλλά και στη μουσική των τραγουδιών. Είναι τραγούδια που γράφτηκαν από τα 23 μου μέχρι και τα 27 μου. Μου πήρε δηλαδή τέσσερα χρόνια για να τελειώσω το υλικό. Να πω ότι το <<τρίο>>, που αποτελεί την μπάντα μου και με την μπάντα έχουν γραφτεί αυτά τα κομμάτια, αποτελείται από εμένα, τον Λεωνίδα Κουμγιούτζογλου, όπως σου ανέφερα και τον Βίκτωρα Κουλουμπή, που παίζει μπάσο και είναι ευτυχία που τον έχουμε. Είναι πολύ καλός μουσικός. Επίσης πρέπει να δηλώσω πως είχα την τιμή να έχω καλεσμένο σε ένα τραγούδι τον Ζακ Στεφάνου, με τον οποίο τραγουδήσαμε το κομμάτι «και όταν λείπεις».
Μ.Κ.: Ήταν και στη παρουσίαση και η αλήθεια είναι ότι τον έβλεπα πολύ ένθερμο σε όλο αυτό. Σε εμπιστεύεται και σε στηρίζει.
Γ.Β.: Η αλήθεια είναι πως με βοήθησε πάρα πολύ ο Ζακ. Πλήρωσε εξάλλου και ένα κομμάτι του δίσκου, το «master». Είναι αδελφός ο Ζακ γενικά και πολύ γενναιόδωρο το αγόρι μου !!(γέλια). Και καλλιτεχνικά αλλά και σε προσωπικό επίπεδο.
Μ.Κ.: Γιάννη μπορώ να πω ότι εμάς μας άρεσε ο δίσκος σου πολύ.
Γ.Β.: Αλήθεια;; Χαίρομαι ειλικρινά. Ακόμα και ένα κομμάτι να σας άρεσε για μένα είναι επιτυχία.
Μ.Κ: Μας άρεσαν παραπάνω από ένα. Οπότε μην ανησυχείς για την επιτυχία! (γέλια). Γενικά Γιάννη τι μουσική ακούς; Τώρα στο live ακούσαμε ξένο ροκ. Μόνο αυτό δηλαδή;
Γ.Β.: Ακούω διάφορα είδη μουσικής, κλίνω βέβαια στο ροκ και ό,τι έχει σχέση με το ροκ. Δεν ξεχωρίζω τα κλασσικά από τα πιο καινούρια. Δηλαδή Hendrix, doors, Beatles, stones, δεν τα ξεχωρίζω όλα αυτά και ας είναι τα πιο κλασσικά. Ακούω και μου αρέσουν πάρα πολύ και placebo, radiohead, pix, nirvana, αλλά ακούω και άσχετα όπως Mozart, Nysran. Ακούω βασικά οτιδήποτε μου αρέσει στο αυτί.
Μ.Κ: Παίρνεις μουσικές από αυτά που ακούς; Εμπνέεσαι όταν ακούς ένα κομμάτι;
Γ.Β.: Εννοείται πως παίρνεις πράγματα από αυτά που ακούς. Εγώ ας πούμε μπορεί να βάλω ένα cd να παίζει συνεχόμενα κα να γράφω στίχους ταυτόχρονα. Όχι να γράφω αυτά που ακούω προφανώς, αλλά με εμπνέει κάτι και ξεκινώ τα δικά μου. Είναι σαν να παίζει μουσική υπόκρουση από πίσω. Σαν τις ταινίες, ξέρεις (γέλια).
Μ.Κ.: Πες μου ένα cd που άκουσες τώρα τελευταία και σε συγκίνησε. Κάτι που θα πρότεινες στο κόσμο.
Γ.Β.: Τον τελευταίο χρόνο ακούω πάρα πολύ τον Jeff Buckley το «Sketches for My Sweetheart the Drunk». Είναι ένα διπλό cd, που βγήκε μετά το θάνατο του. Νομίζω ότι αυτό είναι από τα αγαπημένα αυτού του χρόνου.
Μ.Κ.: Πες μου και έναν καλλιτέχνη με τον όποιο θα ήθελες να συνεργαστείς; Σε ένα ντουέτο ίσως;
Γ.Β.: με τον Tom Waits. (γέλια)
Μ.Κ.:.Και με κάποιον που να μπορεί να πραγματοποιηθεί αυτή η συνεργασία. (γέλια)
Γ.Β: Εγώ δεν μπορώ να έχω όνειρα; Αλλά θα ήθελα με τον Κύριο Κ.. Μου αρέσει πολύ. Ίσως να μην είναι από τα μεγάλα ονόματα αλλά θα γίνει είμαι σίγουρος.
Μ.Κ.: Με τον Κύριο Κ., λοιπόν. Να του το ανακοινώνουμε! Ήταν και αυτός στη παρουσίαση τον Μάιο. Οπότε θα είναι και εύκολο (γέλια). Λοιπόν, θεωρείς πολύ ανταγωνιστικό τον χώρο της μουσικής; Και πόσο κακό μπορεί να κάνει αυτό;
Γ.Β.: Είναι διαφορετικό σαν τραγουδοποιός ή σαν τραγουδιστής. Κοίτα εγώ, ας πούμε, δεν έχω φάει ακόμα «τρικλοποδιά» στην ζωή μου αλλά ναι πιστεύω πως είναι ανταγωνιστικός, αν και δεν θα ήθελα να βρεθώ σε σημείο να απειλώ την δουλειά κάποιου συναδέλφου και έτσι δεν έχω βρεθεί από μέσα. Αλλά η μουσική, όπως πιστεύω συμβαίνει σε όλα τα επαγγέλματα, νομίζω έχει πολύ ανταγωνισμό. Είναι σαν τον πρωταθλητισμό. Εννοείται πως έχει και τέτοια στοιχεία μέσα. Ο ένας να κοιτάζει πώς να γίνει καλύτερος από τον άλλο. Και εάν δεν το κάνεις, ξέρεις… Σε τρώει ο «μπαμπούλας». Πρέπει να δουλεύεις συνέχεια για να γίνεσαι καλύτερος και να ακούγεσαι ώστε να μπορείς και να γίνεις ανταγωνιστικός. Θέλει πολύ τρέξιμο για το marketing, το promotion της δουλειάς σου και την ποιότητα της κυρίως. Γι αυτό δεν το θεωρώ κακό. Βέβαια ανάλογα και πως το βλέπεις. Όταν έχεις να δουλέψεις με έναν καλλιτέχνη που είναι καλύτερος από εσένα αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να καταφέρεις να γίνεις και εσύ καλός. Άρα μόνο κάλο μπορεί να σου προσφέρει. Δεν μπορεί να σε κάνει χειρότερο. Το θέμα είναι να μην είσαι δόλιος. Να είσαι σωστός, έντιμος, γνήσιος, να μην αντιγράφεις τον άλλον και να είσαι γενικά πολύ προσεκτικός στην έκφραση σου.
Μ.Κ.: Πιστεύεις πως στις μέρες μας είναι ρεαλιστικό να θεωρεί κάνεις, ειδικά ένας νέος καλλιτέχνης, ότι μπορεί να ζει από τη μουσική;
Γ.Β.: Θα μπορούσε όντως να είναι λίγο ουτοπικό και αφελές αυτό. Αλλά με την κρίση μπορεί να γίνει ένα καλό. Επειδή ο κόσμος λοιπόν δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να βγαίνει, νομίζω ότι θα υπολογίζει το που θα ξοδέψει αυτά τα χρήματα και έτσι αναγκαστικά η «σαβούρα» που υπάρχει θα αφανιστεί. Εννοείται πως έχει πέσει η δουλειά μας και αρκετά και η αμοιβή μας σε σχέση με αλλά χρόνια αλλά και η συχνότητα με την οποία γίνονται τα events . Όλοι είναι σε μια περίεργη φάση αλλά θα γυρίσει. Δεν μπορεί. Κάποια στιγμή θα γυρίσει.
Μ.Κ.: Χαίρομαι που βλέπεις κάποια πράγματα αισιόδοξα. Είναι πολύ καλό που ελπίζεις ακόμα και έχεις όνειρα. Ήρθε η ώρα να γίνω λίγο πιο κακιά. Αν σου δίναμε την επιλογή ενός μαγικού κουμπιού πάνω σε ένα ραδιόφωνο και σου λέγαμε πάτα το και διέγραψε ένα είδος μουσικής, ποιο θα ήταν;
Γ.Β.: Ε, δεν ξέρω αν θα το πατούσα. (γέλια). Μάλλον θα διέγραφα τα σκυλάδικα, αν και δεν είμαι σίγουρος γιατί θα δημιουργούσα καταπιεσμένους ανθρώπους έτσι. Οπότε δεν είμαι σίγουρος. Καλύτερα να μην διαγράψεις τίποτα. Θα χαλάσεις την αλυσίδα έτσι. Με καταλαβαίνεις.
(Η παραπάνω απάντηση δόθηκε με μια μικρή βοήθεια από το κοινό, καθώς την ώρα που τέθηκε, σταμάτησε μπροστά μας ένα αυτοκίνητο. Μέσα ήταν ο Γιάννης Παπαϊωάννου, που είναι πολύ καλός φίλος του Βενιαμίν και τον βοήθησε και στο δίσκο «υπέροχοι και μονοί».)
Μ.Κ.: Έχω δύο ερωτήσεις για ‘σενα ακόμα. Θα ήθελα να μάθω τι έκανες πριν το 2008, που μπήκες στην houseband;
Γ.Β.: Έκανα τα πρώτα μου βήματα με τον Ζακ Στεφάνου σαν κιθαρίστας και έλεγα και κάποια τραγούδια μαζί του. Είχα παίξει και με την Τζοάννα. Μόλις τότε είχε βγάλει τον πρώτο της δίσκο και κάναμε την παρουσίαση. Εκεί έπαιζα επίσης κιθάρα και τραγούδησα με μια καταπληκτική μπάντα, μπορώ να πω. Είχα συνεργαστεί επί σκηνής και με την Δήμητρα Μαστορίδου. Αλλά πιο πολύ ήμουν από \’δω και από εκεί.
Μ.Κ.: Πόσο δύσκολο είναι να γράψεις ένα τραγούδι;
Γ.Β.: Δεν είναι δύσκολο να γράψεις ένα τραγούδι. Δύσκολο είναι να γράψεις ένα καλό τραγούδι και δεν συμβαίνει συχνά. Έχει να κάνει με πολλά, όπως σε τι κατάσταση βρίσκεσαι και τι συμβαίνει στη ζωή σου. Υπάρχουν κάποιες συνταγές, τις οποίες σκοπεύω να μάθω σιγά σιγά και θα μπορώ να σερβίρω και εγώ τις ιδέες μου και να εκφραστώ μέσω των τραγουδιών μου. Γιατί για μένα ο στίχος είναι που κάνει ένα τραγούδι. Η μουσική είναι η φορεσιά του, σα να ντύνει τους στίχους και να δίνει χρώμα. Αλλά η μουσική έρχεται γιατί έχει φόρμουλες. Ο στίχος είναι άλλο πράγμα. Πρέπει να ξέρεις τον εαυτό σου για να γράψεις και να βγει ένα καλό αποτέλεσμα.
Μ.Κ.: Σε ευχαριστούμε πολύ Γιάννη για την ευχάριστη αυτή κουβέντα. Σου ευχόμαστε να είσαι πάντα έτσι αισιόδοξος και να έχεις όνειρα και ελπίζουμε γρήγορα στο δεύτερο cd!
Γ.Β.: Εγώ σε ευχαριστώ. Θα βγει σύντομα. Εξάλλου το υλικό είναι έτοιμο. Είπαμε, τέσσερα χρόνια ήταν αυτά!! (γέλια) θα τα ξαναπούμε σύντομα! Καλό υπόλοιπο καλοκαιριού!