Πως ένας 13χρονος από τη Θεσσαλονίκη έμπλεξε με τα ναρκωτικά και έφτασε κοντά στο θάνατο τρεις φορές

Μέσα σε μια νύχτα ο 29χρονος -σήμερα- που μιλάει στο Seleo, έκοψε μαχαίρι τα ναρκωτικά. Όπως μας λέει τα έχει δοκιμάσει όλα και μέσα από την ιστορία του βλέπουμε την «μικρή» κοινωνία των χρηστών ναρκωτικών στη Θεσσαλονίκη, την αντιμετώπιση της οικογένειας και της κοινωνίας αλλά και τις αιτίες που οδηγούν έναν νεαρό τρεις φορές κοντά στον θάνατο…

Ο 29χρονος, μου πρότεινε ο ίδιος να μου μιλήσει, ώστε να μοιραστεί τα όσα έζησε, με σκοπό να αποτρέψει και να περάσει τα δικά του μηνύματα. Ωστόσο θέλησε να μην αναφέρουμε το όνομα του, καθώς η κοινωνία ακόμα και σήμερα δεν είναι έτοιμη να αποδεχθεί ξανά πρώην χρήστες ναρκωτικών…

Τον συνάντησα σε μια καφετέρια στη δυτική Θεσσαλονίκη και έδειχνε έντονα την επιθυμία να μοιραστεί τα όσα έζησε. Δεν ήξερε από που να αρχίσει και από που να τελειώσει, καθώς έπρεπε να χωρέσει μια ζωή 14 χρόνων μέσα σε λίγες ώρες. Η «θύελα», όπως την χαρακτηρίζει την ζωή του, κράτησε από τα 13 μέχρι τα 27!. «Γενικά το έχω τερματίσει. Δείξε μου το πιο χάλια ναρκωτικό, θα σου πω ότι το έχω κάνει» μου λέει αρχικά για να γνωρίζω σε τι βαθμό έχει φτάσει. Εξιστορεί πως έκοψε την πρέζα μέσα σε μια νύχτα αλλά και την ζωή του ως χρήστης ναρκωτικών. Πως κυκλοφορούσε στην πόλη, η χειρότερη στιγμή που θυμάται και όσα θέλει να ξεχάσει.

Οι λόγοι που τον οδήγησαν στο να γίνει ο «χειρότερος αλήτης»

Όντας παιδί χωρισμένο γονιών από τα δυο του χρόνια, έχει αλλάξει αρκετές φορές γειτονιές από την ανατολική Θεσσαλονίκη μέχρι τα δυτικά. Θα μπορούσαμε να τον αποκαλέσουμε παιδί από πλούσια οικογένεια, καθώς ο πατέρας του έχει επιτυχημένη επιχείρηση.

«Η μάνα μου με είχε ελεύθερο, ο πατέρας μου ήταν τηλεφωνικός μπαμπούλας. Με έπαιρνε και με ρωτούσε συνεχώς που είμαι και τι κάνω. Αυτό με ζόρισε και είχε ως αποτέλεσμα να κάνω ακόμα περισσότερα, από αντίδραση. Δεν ξέρω βέβαια, αν θα έκανα λιγότερα, στην περίπτωση που είχα μόνο την μητέρα μου, που δεν με έλεγχε. Γενικά, ήμουν ένα παιδί που δεν είχα τους γονείς μου κοντά. Αν και ήθελε ο πατέρας μου να είναι πιο ουσιαστικά κοντά μου, δεν είχε τον τρόπο αλλά ούτε τον χρόνο, γιατί είναι εργασιομανής» αναφέρει.

Προσπαθώντας να βρω τον ουσιαστικό λόγο που ο συνεντευξιαζόμενος μας έπεσε ναρκωτικά, ανακάλυψα αυτό που περίπου φανταζόμουν. Ενώ θα μπορούσε να απολαμβάνει χλιδάτες στιγμές σε οικονομικά ισχυρούς κύκλους της πόλης –που και από εκεί δεν λείπουν τα ναρκωτικά- ο ίδιος επέλεγε πάντα να είναι ο «χειρότερος αλήτης».

«Δεν ήμουν πεταμένος από την οικογένεια μου, εγώ ήθελα να γίνω πεταμένος. Ήθελα να καταστρέψω τον εαυτό μου, χωρίς να το καταλάβω, να καταστρέψω το όνομα της οικογένειας μου και να φτάσω στα πατώματα. Δυστυχώς, τα είχα καταφέρει με πλήρη επιτυχία!(γέλια).  Δεν ήθελα οι φίλοι μου να με χαρακτηρίζουν κάπως, επειδή ήμουν από ευκατάστατη οικογένεια. Ήθελα να τους αποδείξω ότι εγώ είμαι ο χειρότερος αλήτης!» εξηγεί.

Πως άρχισε τα ναρκωτικά

Στα 13 του, στην εποχή του 2003, άκουγε ΡΑΠ μουσική και έκανε γκράφιτι. Δεν καταδικάζει την ΡΑΠ αλλά θεωρεί πως βοήθησε αρκετά για να αρχίσει τα πρώτα του τσιγαριλίκια.

«Δεν μου άρεσε το σωστό και το κυριλέ. Τους έλεγα φλώρους όσους ήταν καλοντυμένοι και στις κυρίλες μέσα. Τότε ήταν και άλλα χρόνια. Ήμασταν στο πνεύμα ότι κάνουμε αλητείες και παράνομα πράγματα. Είχε ξεκινήσει και η μόδα της ΡΑΠ και μου άρεσε πολύ αυτή η κουλτούρα. Έπαιξε και αυτό έναν ρόλο» λέει και περιγράφει πως το πρώτο του στάδιο ήταν να μυρίζει «τζίνα»:

«Ξεκίνησαν όλα από την παιδική περιέργεια. Στα 13 μου έμενα στο κέντρο της πόλης. Άρχισα τότε από το πρώτο σκαλί, που ήταν καθαρή βενζίνη για ρούχα, η λεγόμενη «τζίνα». Καθόμασταν σε μια πιλοτή οικοδομής με φίλους, όταν ήρθε ένας από την παρέα και μου έδωσε ένα πανί και είπε «μύρισε, μύρισε αυτό και θα δεις τι θα γίνει». Το μυρίσαμε όλοι από την παρέα και ξαφνικά ήρθε η μαστούρα. Μου άρεσε η μαστούρα που έβγαλε και ο χαβαλές που κάναμε με την παρέα. Αντί να πάμε να παίξουμε μπάσκετ ή να κάνουμε τα πράγματα που έκαναν τα παιδιά της ηλικίας μας, μυρίζαμε «τζίνα» και κάναμε αλητείες. Το κάναμε κρυφά και όταν κάτι είναι παράνομο, γουστάρεις να το κάνεις. Θα μπορούσε να με στείλει αυτό το πράγμα…»

Μόλις μπήκε στο γυμνάσιο, δεν άργησαν να έρθουν και τα πρώτα τσιγάρα κάνναβης, τα οποία του έγιναν συνήθεια συχνή και καθημερινή. Μέχρι και τα 17 του, οι γονείς του δεν είχαν καταλάβει πως καπνίζει κάνναβη.

Η 25χρονη στο Λύκειο και τα πρώτα ψυχοφάρμακα

«Στο Τεχνικό Λύκειο, γνώρισα μια γκόμενα που ήταν 25 ετών. Ήταν ξεχασμένη στο σχολείο και αυτή έπινε τα πάντα! Αυτή άκουγε τρνας και με τράβηξε και εμένα προς τα εκεί. Έκανα σχέση μαζί της αλλά αυτή με απέτρεπε από ο,τι έκανε και δεν έπινε τίποτα μπροστά μου. Αλλά εγώ ήθελα να την φτάσω, να νιώσω πως νιώθει, να την καταλάβω!».

Αν και η 25χρονη τον απέτρεπε από όλα αυτά που έπινε, ήταν τελικά η αφορμή για να εθιστεί στα ψυχοφάρμακα, μόλις στα 17 του.

«Εκείνη την περίοδο δοκίμασα για πρώτη φορά ψυχοφάρμακα, τα μπούμπλε. Πήγα με ένα παιδί σε μια καφετέρια και εκεί που πίναμε καφέ, μου έδωσε αυτά τα χάπια. Από εκεί και μετά δεν θυμάμαι τίποτα. Απλά θα σου πω, ότι την άλλη μέρα πέρασα από την καφετέρια και άρχισαν να με κινάγανε και τότε κατάλαβα τι έγινε. Πιθανότητα θα είχαμε σπάσει πράγματα και θα κάναμε ζημιές».

«Δεν ήθελα να πέσω στην πρέζα. Ήθελα να τα δοκιμάσω όλα, εκτός της πρέζας»

Πριν φτάσει στο τελευταίο στάδιο ναρκωτικών και δοκιμάσει ηρωίνη και πρέζα, ο 29χρονος, λίγο πριν τα 20 του έκανε ένα διάλλειμα από όλα και μια μεγάλη «στροφή». Το γύρισε στο πότο και από την ΡΑΠ στο λαϊκό. Φαντάστηκα ότι ήταν καλό το στάδιο αυτό, αλλά μου το αναίρεσε καθώς μου μίλησε για άσχημες βραδιές που έπινε όλη την κάβα! Ωστόσο, αυτό τέλειωσε γρήγορα και επέστρεψε και πάλι στην ΡΑΠ μουσική, γράφοντας πλέον και κομμάτια.  Στην αρχή της συζήτησης μας μου είπε «δεν ήθελα να πέσω στην πρέζα. Ήθελα να τα δοκιμάσω όλα, εκτός της πρέζας».

Ωστόσο πρέζα δοκίμασε λίγο πριν μπει στον στρατό, στα 21 του. «Ακόμα και μέσα στο στρατό, έβγαλα πολύ ντέρτι… Μην σου κάνει εντύπωση, μέσα στο στρατό βρίσκεις ο,τι θες. Για 6 μήνες δεν έβρισκα, αλλά όταν ήρθα Θεσσαλονίκη, βρήκα τα πάντα. Όταν βγήκα από τον στρατό, έγινα χειρότερος, είπα τώρα θα τα κάνω όλα. Έπινα σε μυτιές πρέζα, χάπια και άλλα πολλά».

Άστεγος στους δρόμους της Θεσσαλονίκης

Όταν βγήκε από τον στρατό και άρχισε την πρέζα, τον κατάλαβαν οι γονείς του και του είπαν «ή κόβεις και μπαίνεις σε πρόγραμμα ή φεύγεις. Χωρίς δεύτερη σκέψη, μάζεψα τα πράγματα μου και έφυγα από το σπίτι».

Για περίπου 6 μήνες δεν είχε που να κοιμηθεί. Ζητιάνευε και έκλεβε. Πλατεία Ναβαρίνου, Αριστοτέλους, καμάρα, Ροτόντα. Αυτές είναι οι πιάτσες που συχνάζουν οι χρήστες ναρκωτικών στην πόλη. Η καθημερινότητα τους, μέσα από τα λόγια του, είναι: «Βγαίνουν το πρωί, πουλάνε τα χάπια, πίνουν τα χάπια, γίνονται, πάνε κλέβουν και το βράδυ είναι εξαφανισμένοι».

«Κοιμόμουν στον δρόμο σε παγκάκια και σε πλατείες, με φιλοξενούσαν σε σπίτι πρεζάκια που είχα γνωρίσει και μερικές φορές απλά δεν κοιμόμουν.  Τότε είδα ποιοι είναι οι πραγματικοί μου φίλοι. Δεν κρίνω κανέναν γιατί δεν ξέρω πως θα συμπεριφερόμουν και εγώ σε έναν χάλια. Αυτό είχα γίνει. Ένας χάλιας, ένας τελειωμένος. Από εκεί που ήμουν ο φίλος τους, έγινα ένα πρεζάκι τελειωμένο».

Ο 29χρονος την «μαύρη» περίοδο της ζωής του, για να επιβιώσει διέπραττε μικροκλοπές και κάποιες φορές έκανε και μερικές «ντίλιες», όπως λέει χαρακτηριστικά.

«Έφτασα τρεις φόρες στο θάνατο!»

Ένα βράδυ μέσα σε λεωφορείο του ΟΑΣΘ, είχε γνωρίσει μια γυναίκα που ήταν και αυτή χρήστης ναρκωτικών. Την ερωτεύθηκε και αυτή ήταν που του «βάρεσε» την πρώτη ένεση, γιατί μέχρι τότε, έκανε μόνο μυτιές. «Είχαμε πάει σε ένα πάρκο και καθόμασταν και μου λέει «εγώ θα βαρέσω». Της είπα να «βαρέσει» και έμενα, αλλά αρνιόταν. Της είπα κάντο, γιατί θα το κάνω μόνος μου και δεν ξέρω και θα γ@@σω τα χέρια μου. Το έκανε λοιπόν. Από τότε άρχισε η ολοκληρωτική καταστροφή!»

Κι όταν μιλάμε για καταστροφή, εννοούμε λίγο πριν τον θάνατο.

«Όταν ήμουν ένα βήμα πριν πεθάνω, με μάζευαν. Λόγω του ονόματος μου, ήξεραν οι δικοί μου αν ήμουν στο τμήμα ή αν ήμουν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Τρεις φορές έφτασα σε σημείο να πεθάνω. Και τις τρεις είπα, τέλος όλα. Έχω ξυπνήσει στο νοσοκομείο με σωληνάκια, χωρίς να ξέρω γιατί».

Με έβαζαν στο σπίτι, με είχανε με γιατρούς και με το που έπαιρνα τα πάνω μου, πάλι χανόμουν. Δεν ήταν εκείνες οι στιγμές που θα έβαζα τελεία σε όλο αυτό».

«Η χειρότερη στιγμή που θυμάμαι…»

Μέσα σε αυτή την κόλαση, του ζήτησα να μου πει πια ήταν η χειρότερη του στιγμή. Χωρίς να το σκεφτεί πολύ άρχισε να λέει:

«Η χειρότερη στιγμή που θυμάμαι ήταν όταν πήρα, κάτι ουσίες που χορηγούνται από το κράτος σε ναρκομανείς που είναι σε πρόγραμμα απεξάρτησης. Όταν δεν είσαι στο πρόγραμμα, τα βρίσκεις παράνομα. Πήρα ένα 8ρι και ένα 2ρι μαζί σε μια σύριγγα, το «βάρεσα» την Παρασκευή και σηκώθηκα την Δευτέρα. Αυτές τις μέρες κοιμόμουν σε ένα σπίτι που με φιλοξενούσαν κάτι πρεζάκια. Για τρεις μέρες σε ένα στρώμα μέσα σε ένα δωμάτιο και δεν ήρθε κανείς να με ξυπνήσει ή δεν ξυπνούσα… Όταν σηκώθηκα, δεν είχα νιώσει χειρότερα ποτέ.  Ένιωθα να μου ξεριζώνεται η σπονδυλική στήλη, να μου κόβονται τα πόδια, να κρυώνω, να ζεσταίνομαι και δεν είχα αίσθηση τι είναι έξω. Νόμιζα ήταν απόγευμα και ήταν 6 το πρωί. Σηκώθηκα, πήρα τα πράγματα μου και πήγα στην γιαγιά μου, την μητέρα του πατέρα μου. Τότε με είχαν διωγμένο αλλά ένιωσα την ανάγκη να πάω. Μόλις χτύπησα το κουδούνι και μου άνοιξε, λιποθύμησα».

Πως μέσα σε ένα βράδυ τα έκοψε όλα μαχαίρι!

Oι γονείς του 29χρονου, όλα αυτά τα προηγούμενα χρόνια που είχε «βυθιστεί» στα ναρκωτικά, έκαναν προσπάθειες για να τον απομακρύνουν, βάζοντας τον σε πολύ δαπανηρά προγράμματα κέντρων απεξάρτησης. «Με έχουν στείλει σε πολύ ακριβά κέντρα αποτοξίνωσης, αλλά δεν με βοήθησαν να σταματήσω. Το μόνο που με βοήθησαν τα κέντρα απεξάρτησης είναι πως είδα άτομα σε πολύ χάλια κατάσταση και είπα τι δουλειά έχω με αυτούς εδώ μέσα».

Ούτε τα κέντρα απεξάρτησης, ούτε ο φόβος του θανάτου, δεν τον βοήθησαν να απαλλαγεί από την «κόλαση» του. Αυτό που τον «ξύπνησε» ήταν η απόρριψη και η εγκατάλειψη. Θα σας αφήσω να διηγηθεί ο ίδιος την νύχτα που πριν δυο χρόνια ένιωσε μόνος, έκλεγε μέσα στην Ιερά Μονή Αγίας Θεοδώρας στην οδό Ερμού και αποφάσισε να τα κόψει όλα.

«Ήμουν 27 ετών και συγκατοικούσα με μια κοπέλα σε διαμέρισμα στην Αριστοτέλους. Αυτή είχε άλλη ιστορία, αλλά δεν έπινε τίποτα από ναρκωτικά. Με πίεζε να τα σταματήσω όλα, με έκραζε από το πρωί μέχρι το βράδυ. Την αγαπούσα και την αγαπώ.

Ένα βράδυ, πήγα σπίτι και αρχίσαμε να βαράμε με δυο φίλους. Αυτή ήταν σπίτι, με μια φίλη της και μας κοιτούσαν από το δωμάτιο, κουνώντας τα κεφάλια τους. Της είπα εκείνο το βράδυ, πάω μια βόλτα και γύρισα στις 6:00 το πρωί. Όταν γύρισα, έλειπε αυτή και όλα τα πράγματα της. Για μια εβδομάδα δεν είχα νέα της. Πιστεύω πάρα πολύ στον Θεό. Πήγα σε μια εκκλησία, απέναντι από την Άθωνος και παρακαλούσα τον Θεό και ορκιζόμουν να μην ξανά πιω πρέζα, αρκεί να γυρίσει αυτή.

Πάνω στις 15 μέρες, γύρισε και μου έδωσε μια ευκαιρία. Τότε πήρα την απόφαση και είπα θα τα κόψω όλα! Είπα, για να με παρατήσει και αυτή, που ήταν η τελευταία που περίμενα να με παρατήσει, σκέφτηκα ότι δεν πάω καλά! Κατάλαβα ότι η πρέζα είναι το χειρότερο πράγμα που έχω κάνει στην ζωή μου και την έκοψα. Αργότερα, βέβαια, όταν ξανά γύρισα τελείως στα καλά μου, είδα ότι δεν μπορούμε να είμαστε μαζί με αυτή την κοπέλα για διάφορους λόγους που δεν θα ήθελα να αναφέρω».

Όπως εσείς, έτσι και εγώ αναρωτήθηκα πως μπορεί ένας χρήστης ναρκωτικών ουσιών μπορεί να τα κόψει όλα, χωρίς ιατρική υποστήριξη και να μην έχει ψυχοσωματικά συμπτώματα. Ο ίδιος απαντάει πως «όλα είναι στο μυαλό. Περνάς κρίσεις, χαρμάνες, πόνους στο κορμί. Αλλά αυτά είναι το πολύ 15 μέρες. Το θέμα είναι να σκέφτεσαι ότι πια δεν το θέλεις όλο αυτό. Πρέπει να συνειδητοποιήσεις ότι τα ναρκωτικά σε σκοτώνουν».

Το «σήμερα» και το μήνυμα που θέλει να περάσει

Σήμερα ο 29χρονος έχει αναθεωρήσει και θέλει να ζήσει όλα όσα έχασε τα προηγούμενα χρόνια.

«Μου έχει μείνει ένα όνομα στην κοινωνία, που προσπαθώ να το διαγράψω. Θέλω πια να είμαι και να περνάω καλά. Ευτυχώς δεν με πίεσαν να πάω σε πρόγραμμα και το έκανα μόνος μου. Μου έδειξαν εμπιστοσύνη και τώρα είμαι καλά. Η εποχή εκείνη, πλέον, βλέποντας την, θα την χαρακτήριζα σαν θύελλα».

Όπως θα συμπεράνατε, ο 29χρονος έπεσε από μικρός σε αυτή την «θύελλα» γιατί δεν ένιωθε καλά με το οικογενειακό στάτους του και με αυτό που είναι. Από αυτά πήγασαν όλες οι αντιδράσεις και οι καταστροφές της ζωή του. Όποτε, μας προτείνει πως πρέπει πρώτα να τα βρούμε με τον εαυτό μας!

«Αν δεν τα βρεις με τον εαυτό σου πρώτα, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Πρέπει να ξέρεις από που προέρχεσαι, τι κάνεις σε αυτόν τον κόσμο και να νιώθεις καλά με τον εαυτό σου. Επίσης, θέλω να πω πως το πρόγραμμα θα σε στηρίξει αλλά μόνος σου θα σωθείς».

  • Γράφτηκε από τον  Θεολόγο Ηλιού
  • Μεταφορά από το seleo.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

9 + two =

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.