18 Σεπτεμβρίου 1834. Η Αθήνα γίνεται πρωτεύουσα
Όταν το 1834 η Αθήνα ανακηρύχθηκε επίσημα πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, ήταν απλά ένα μικρό χωριό 7.000 κατοίκων, πολύ πιο αραιοκατοικημένο απ’ ό,τι ήταν πριν από 2.300 χρόνια, και απλωνόταν σε μικρή απόσταση γύρω από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Έμοιαζε τότε με ένα υπαίθριο μουσείο ερειπίων, όπου χαλασμένα και ερειπωμένα αρχαία, βυζαντινά και μεσαιωνικά κτίρια βρίσκονταν δίπλα σε τρισάθλιες καλύβες, όπου ζούσαν οι πάμφτωχοι, τότε, Αθηναίοι, αγρότες στην πλειοψηφία τους.
Η απόφαση για τον ορισμό της μελλοντικής ελληνικής πρωτεύουσας κάθε άλλο παρά εύκολη ήταν. Προσωπικότητες της εποχής, πολιτικοί, αλλά και εξειδικευμένοι επιστήμονες (αρχιτέκτονες, πολεοδόμοι κ.ά.) πήραν μέρος στη συζήτηση, προσπαθώντας να επηρεάσουν τις εξελίξεις και την τελική απόφαση. Οι πόλεις που προτάθηκαν ήταν, μεταξύ άλλων, η Κόρινθος, τα Μέγαρα, ο Πειραιάς, το Άργος, ενώ υπήρχε και η άποψη να παραμείνει πρωτεύουσα το Ναύπλιο – όπως ίσχυε ως τότε.
Τελικά η πλάστιγγα έγειρε προς την Αθήνα, η οποία σαν σήμερα, στις 18 Σεπτεμβρίου του 1834, ανακηρύχθηκε επίσημα «Βασιλική καθέδρα και πρωτεύουσα». Οι λόγοι που οδήγησαν στο να πάρει τελικά η Αθήνα το «χρίσμα» έχουν να κάνουν με την ένδοξη ιστορία της ως λίκνου του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού (την απόφαση πιθανότατα επηρέασε ο βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος, ο οποίος ήταν γνωστός αρχαιολάτρης).
Κάθε άλλο παρά έτοιμη έδειχνε η Αθήνα το 1834 για να αναλάβει τον ηγεμονικό ρόλο της πρώτης πόλης του κράτους. Έχοντας χάσει προ πολλού την αίγλη της αρχαίας εποχής και με νωπές τις πληγές στο «κορμί» της από τις μάχες που διεξήχθησαν στο έδαφός της κατά την Επανάσταση, η Αθήνα αποτελούσε μια μικρή κωμόπολη (ή μάλλον, ένα… μεγάλο χωριό) που αριθμούσε μόλις 10.000 κατοίκους και περίπου 170 κατοικίες και κατεστραμμένα κτίρια. Συγκριτικά, την ίδια εποχή ο πληθυσμός της Πάτρας ανερχόταν σε 15.000 κατοίκους, ενώ της Θεσσαλονίκης σε 60.000.
Η Αθήνα εκτεινόταν τότε γύρω από την Ακρόπολη (περίπου από του Ψυρρή ως του Μακρυγιάννη), έχοντας ως κέντρο της την περιοχή της Πλάκας (την Παλιά Πόλη). Από τα μεγάλα προβλήματα της νέας πρωτεύουσας ήταν η έλλειψη συστήματος ύδρευσης (οι Αθηναίοι νερό έπαιρναν από τις πηγές), καθώς και η ανυπαρξία δημόσιου φωτισμού και συγκοινωνιών, ενώ υπήρχε παντελής έλλειψη υπηρεσιών ή άλλων κοινωνικών αγαθών.
Ο Όθων ανέθεσε την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης Αθήνας στον διακεκριμένο έλληνα αρχιτέκτονα Κλεάνθη και στους Βαυαρούς Schubert και Leo von Klenze με αυστηρή εντολή να μη θιγούν οι αρχαιολογικοί χώροι. Για την προστασία των αρχαιοτήτων ο Όθων εξέδωσε Διάταγμα που απαγόρευε την κατασκευή ασβεστοκαμίνων σε απόσταση 2.500 μέτρων από αρχαιοελληνικά λείψανα, ώστε να μη φθαρούν οι αρχαιότητες!
Μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια χτίστηκαν στην Αθήνα γύρω στις 1.000 κατοικίες, πολλές αυθαίρετες και «κακώς οικοδομημένας, χθαμαλάς, πενιχράς εξωτερικής και εσωτερικής όψεως, άνευ ακρογωνιαίων λίθων, άνευ σχεδίων, συνεσφιγμένας περί στενάς, ανωμάλους και ακαθάρτους οδούς», όπως αφηγούνται οι μαρτυρίες της εποχής.
Αλλά και ο βαρόνος Κωνσταντίνος Μπέλλιος που ήλθε από τη Βιέννη σημείωνε τα εξής:«Τα σπίτια των Αθηνών, όπερ εις διάστημα ολίγου καιρού έγιναν, εκατασκευάσθησαν με βίαν και άκραν οικονομίαν, με λάσπας και ξύλα και με ασβέστην ασπρισμένα… χωρίς να σκεφθούν οι ανόητοι ότι μήτε πέντε χρόνους δεν θέλουν διατηρηθή, πρέπει να γκρεμισθούν, ότι τα τείχη των μόλις 5 δακτύλων χόντρους έχουν».
Το γκρέμισμα των αυθαιρέτων
Ο Όθων απαγόρευσε τη λατόμηση στους λόφους Νυμφών (Αστεροσκοπείου), Αγχέστου (Στρέφη), Φιλοπάππου και Λυκαβηττού, εξέδωσε Διατάγματα με αυστηρή εντολή να κατεδαφίζεται αμέσως κάθε αυθαίρετο που χτίζεται πλησίον των αρχαιοτήτων, ενώ διέταξε να γκρεμιστούν άμεσα όσα χτίστηκαν στις παρυφές της Ακροπόλεως.
Εξαιτίας των αυθαιρέτων ο Όθων έχασε τη δημοτικότητά του στις φτωχές μάζες, αλλά επέμενε να εκδίδει και άλλα Διατάγματα.
Πόλος έλξης
Στα επόμενα χρόνια η Αθήνα απετέλεσε τον πόλο έλξης για τους Έλληνες, που κατέφταναν εκεί απ’ όλα τα μέρη της χώρας για δουλειά και μια καλύτερη ζωή. Μοιραία, το 1896, στην έναρξη των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, η πρωτεύουσα είχε πλέον αλλάξει ριζικά την όψη της, έχει επεκταθεί χωρικά, αριθμούσε περίπου 140.000 κατοίκους (20πλασιάστηκε δηλαδή ο πληθυσμός της) και αποτελούσε το εμπορικό και πνευματικό κέντρο της χώρας.
Τώρα, αν από κάποια στιγμή και μετά η γιγάντωση και η ανάπτυξη της μεγαλούπολης έγιναν μπούμερανγκ για την εικόνα της και για την ποιότητα ζωής των κατοίκων της, αυτό αφήνουμε να το κρίνει ο αναγνώστης…