Χριστούγεννα. Η επόμενη μέρα… ρεβάνς το Πάσχα
Η γέννηση του θεανθρώπου αποτελεί εξ ορισμού πράξη κορύφωσης, γεγονός που από μόνο του παράγει πνευματικές διεργασίες, ακόμη και σε αυτούς που δηλώνουν άθεοι, που ομολογούν πως δεν πιστεύουν. Γι αυτό και το πνευματικό υπόβαθρο αυτών των ημερών είναι πολύ ισχυρό. Ωστόσο είναι αλήθεια ότι με το πέρασμα των χρόνων αυτή η συνθήκη υποχωρεί. Έτσι, από μέρες αναμόχλευσης του πνεύματος και συνειδησιακής πάλης, μετατρέπονται σε μέρες υπερκατανάλωσης οινοπνεύματος και συλλογικής κραιπάλης. Ίσως η ανάγκη για πρόοδο και εκσυγχρονισμό της ζωής μας, να περνά μέσα από την υποτίμηση αυτών των θεμελίων… Ακόμη και μέσα στα χρόνια της πιο βαθιάς οικονομικής κρίσης που πέρασε η χώρα τις τελευταίες δεκαετίες, αυτή η μετάλλαξη επέδειξε ανθεκτικότητα και ενισχύθηκε. Έτσι οι συνήθειες, τα έθιμα, ακόμη και η γαστρονομία των ημερών, τα εξαπτέρυγα της μυσταγωγίας που παράγει η προσμονή της γέννησης του Θεού, έχουν ισοπεδωθεί από τις ερπύστριες του εκμοντερνισμού και του μιμητισμού των άλλων.
Οι πράξεις αγάπης, που περισσεύουν τις μέρες πριν τα Χριστούγεννα, εξακολουθούν να υπάρχουν, όμως δεν είναι πια αθόρυβες, σεμνές και άγνωστες στους περισσότερους. Η σακούλα με κάθε λογής τρόφιμα και παιχνίδια στα παιδιά φτωχών οικογενειών, που χέρι χέρι δίνονταν από πολλούς, μετατράπηκαν σε πολυδιαφημιζόμενα μπαζάρ και γκαλά δήθεν κοσμικών, που πρώτα βγάζουν φωτογραφίες και κάνουν δηλώσεις προβολής τους στα ΜΜΕ και μετά μαζεύουν χρήματα και είδη για αναξιοπαθούντες. Την άδολη αγάπη και τη φιλανθρωπία μας την κάναμε ευκαιρία δημοσιότητας και ικανοποίησης της ματαιοδοξίας μας.
Τα κάλαντα ευτυχώς αντέχουν ακόμη και παραμένουν να ακούγονται οι γνωστές μελωδίες, με τις οποίες μεγαλώσαμε. Το «Jingle bells» και το «We wish you a Merry Christmas» δεν κατάφεραν να αντικαταστήσουν το «Καλήν εσπέραν άρχοντες», ούτε το «..φέρτε μας κρασί να πιούμε», που μοιάζουν σαν ένα μικρό πατριωτικό ανάχωμα των ημερών.
Τα ψώνια για το τραπέζι των ημερών δεν γίνονται από μπακάλη, ούτε καν από το σούπερ μάρκετ της γειτονιάς, αλλά από το ντελικατέσεν της αγοράς, που πληρώνεις για τα ίδια είδη τις διπλάσιες τιμές, ίσως ως φόρο… ξιπάσματος .
Το γιορτινό τραπέζι στο σπίτι, έγινε ρεβεγιόν, ενώ στο μενού η «γεμιστή γαλοπούλα σερβιρισμένη με λαχανάκια Βρυξελλών και σάλτσα κρασιού cranberry», αντικατέστησε τη γεμιστή κότα με ρύζι και συκωτάκια, η «σούπα βελουτέ με κολοκύθα» σερβίρεται αντί για την κοτόσουπα, ενώ τα καρπάτσο, τα ταρτάρ και τα «φιλέτα με τρεις υφές κουνουπιδιού» αποτελούν τα μεσαία πιάτα, αντί για τη χοιρινή τηγανιά και τους λαχανοντολμάδες. Άσε για τον «Τσελεμεντέ», που αραχνιάζει πια στα ράφια, αφού οι μαγείρισσες παίρνουν οδηγίες από τους σεφ του διαδικτύου και της τηλεόρασης.
Ευτυχώς το τσίπουρο και το κρασί αντιστέκονται στην επέλαση των διάφορων λικέρ, ενώ τα μελομακάρονα, οι κουραμπιέδες και το γαλακτομπούρεκο, δίνουν αμφίρροπη μάχη επικράτησης, με τη «σούπα πικρής σοκολάτας, με φρούτα του δάσους» και το «cheese cake, με λευκή σοκολάτα».
Δεν ξέρω αν αυτές οι αλλαγές – που όταν τα παιδιά μας γίνουν μεγάλοι, θα είναι ακόμη πιο εμπεδωμένες – είναι για καλό μας. Ξέρω όμως ότι όταν τα έθιμα και η κουλτούρα των ανθρώπων αυτοματοποιείται και συντελούνται ως μια στεγνή γραμμή παραγωγής, τότε ο άνθρωπος όχι μόνο δεν γίνεται καλύτερος, αλλά παύει να είναι άνθρωπος. Μοιάζει περισσότερο με καθοδηγούμενο ρομπότ.
Γι αυτό νιώθω, εκείνο το πούσι στο χωριό τέτοιες μέρες, οι μυρουδιές, οι φωνές, οι αγκαλιές, τα δώρα, η καμπάνα που χτυπούσε ασταμάτητα, όλα τα περιτυλίγματα της παιδικής μας ευτυχίας, που σήμερα πια δεν τα γνωρίζουν τα περισσότερα παιδιά, να μου λείπουν. Θεωρώ ότι κυρίως λείπουν από τα παιδιά κι αυτό είναι κάτι που μακάρι να μην… το βρούνε μπροστά τους.
Το χάσμα με την καλλιέργεια του πνεύματος και την αναμέτρηση με τη συνείδησή τους, που τους δημιουργεί καθημερινά η μοιραία έλξη αλλά και η έξη τους με τις νέες τεχνολογίες και τα κοινωνικά δίκτυα, θα μπορούσε έστω και παροδικά να μικραίνει αυτές τις μέρες.
Εμείς, οι μεγάλοι, αισθάνομαι να σηκώνουμε τα χέρια, να μας παρασέρνει αμαχητί το ρεύμα των καιρών μας.
Βλέπω να μένει μόνο η οπισθοφυλακή του παππού και της γιαγιάς, να κρατά πεισματικά τα νήματα με τις ρίζες μας και να παλεύει να τα πλέξει ως εικόνες και ως βιώματα στο μυαλουδάκι των παιδιών.
Η οπισθοφυλακή της αρετής, που στο ξημέρωμα της μέρας που γεννιέται ο θεάνθρωπος είναι πάντα εκεί, στην εκκλησία να ανάβει το κερί και να τον υποδέχεται εκ μέρους όλων μας, για να σώσει τουλάχιστον τα προσχήματα..
Έτσι κι αλλιώς πέρασαν και φέτος τα Χριστούγεννα. Πέρασαν και πάλι κάπως έτσι. Όσο τα λιπαρά και η αλκοόλη θα μεταβολίζονται, ας δώσουμε λίγο χώρο στο μυαλό μας και στο σώμα μας για τέτοιες μικρές ασκήσεις αναστοχασμού. Κι ας ελπίσουμε να πάρουμε τη ρεβάνς σε λίγους μήνες, το Πάσχα που ακολουθεί…
Χρόνια πολλά!!
Δημήτρης Γαλαμάτης