Μανώλης Δουρής – Θύτης η Θύμα ;
Είναι παραμονή πρωτοχρονιάς 1993, και όλη η χώρα βρίσκεται στον πυρετό της προετοιμασίας για το πρωτοχρονιάτικο ρεβεγιόν, ετοιμάζοντας το γιορτινό τραπέζι για φίλους και συγγενείς. Η μάλλον σχεδόν όλη. Κανείς δεν φαντάζεται αυτά που θα διαδραματιστούν στις επόμενες ώρες θα διαλύσουν το εορταστικό κλίμα. Το βράδυ της 31ης Δεκεμβρίου, ένα βήμα πριν αλλάξει ο χρόνος , μπαίνει στο Αστυνομικό Τμήμα Κρανιδίου με τη σύζυγό του Γεωργία ο 40χρονος τότε Μανώλης Δουρής. Ένας απλός οικογενειάρχης, ελαιοχρωματιστής στο επάγγελμα, που ζούσε στην Ερμιόνη με τη γυναίκα του και τα επτά παιδιά τους. Αναστατωμένος, δηλώνει την εξαφάνιση του 6χρονου γιού του Νίκου, ο οποίος είχε φύγει από το σπίτι το απόγευμα χωρίς να επιστρέψει. Αν και δεν έχουν περάσει οι ώρες που απαιτούνται για να αρχίσουν επίσημα οι έρευνες, οι αρχές ευαισθητοποιημένες κινητοποιούνται άμεσα λόγο της ηλικίας του παιδιού αλλά και της αγωνίας των γονιών. Η μικρή κοινότητα της Ερμιόνης αναστατώνεται με τους αστυνομικούς, γείτονες, φίλους και τα μέλη της οικογένειας να βγαίνουν στο δρόμο και να αναζητούν τον μικρό για ώρες χτενίζοντας την ευρύτερη περιοχή χωρίς κανένα αποτέλεσμα.
Η Μακάβρια ανακάλυψη
Ξημερώματα πρωτοχρονιάς ο Μανώλης Δουρής μαζί με το μεγαλύτερο γιο του βρίσκει το παιδί νεκρό, κρυμμένο σε έναν μαντρότοιχο, πίσω από το σπίτι της οικογένειας. Το πτώμα είναι εμφανώς κακοποιημένο σωματικά και σεξουαλικά. Η είδηση της ανεύρεσης του μικρού Νικόλα Δουρή και της αγριότητας του τραγικού τέλους που είχε, αναστατώνει την πόλη με αποτέλεσμα, για πολλές μέρες να μην βλέπει κανείς παιδιά να κυκλοφορούν στο δρόμο μόνα τους. Ο ιατροδικαστής Φίλιππος Κουτσάφτης αναφέρει στο πόρισμά του ότι το παιδί πέθανε από ασφυξία, καθώς ο δράστης του είχε κλείσει τη μύτη και το στόμα, αφού πρώτα το είχε βιάσει. Ακολούθησαν σκηνές βγαλμένες από αρχαία τραγωδία. Στη κηδεία οι γονείς μοιάζουν τραγικές φιγούρες. Ο πατέρας, ειδικά, αγκαλιάζοντας το μικρό λευκό φέρετρο κλαίει και οδύρεται συνεχώς μπροστά στις κάμερες που είχαν σπεύσει να καλύψουν το γεγονός της ταφής, κάνοντας συνεχώς κοντινά πλάνα στο πρόσωπο του. Έκλαιγε ασταμάτητα ορκιζόμενος πως θα εκδικηθεί αυτούς που έκαναν τέτοιο κακό στο γιο του και την οικογένεια του. Σύσσωμη η κοινωνία της Ερμιόνης, και κατ’ επέκταση της Ελλάδας, βρίσκεται στο πλευρό του απαρηγόρητου πατέρα.
Η αποκάλυψη
Η αστυνομία προσπαθεί εντατικά να συλλέξει κάθε είδους στοιχεία που θα την οδηγήσουν στο δράστη του εγκλήματος. Εστιάζει στον τόπο που βρέθηκε το παιδί, που ενδεχομένως να ήταν ο τόπος της τέλεσης του εγκλήματος, και στις καταθέσεις πολλών και διαφόρων προσώπων, συγγενών του θύματος, γειτόνων και λοιπών. Η βιασύνη του πατέρα να καταγγείλει την εξαφάνιση του παιδιού, τη στιγμή που όλοι ήξεραν πως τα παιδιά του γύριζαν όποια ώρα ήθελαν στο σπίτι χωρίς να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα ο πατέρας τους, κινεί την υποψία των αστυνομικών. Όσο προχωρούν οι έρευνες εμφανίζεται κάτι που μπορεί να έχει τεράστια σημασία. Το ψυχιατρικά επιβαρυμένο παρελθόν του Δουρή δεν αργεί να τον καταστήσει ως έναν από τους βασικούς ύποπτους για τη δολοφονία. Πέφτει σε αντιφάσεις στις διαδοχικές καταθέσεις, τις οποίες καλείται να δώσει κι οι υποψίες των ανακριτικών υπαλλήλων ενισχύονται με αποτέλεσμα να στραφούν ανοικτά εναντίον του… Με επιμονή και μεθοδικότητα, αποκαλύπτεται το μεγάλο μυστικό. Παρουσία της εισαγγελέως Πρωτοδικών Ναυπλίου, κα. Νίκης Μουζάκη, ο Δουρής «σπάει» και ομολογεί την κακοποίηση, τον βιασμό και τη δολοφονία του 6χρονου γιου του προσπαθώντας να δικαιολογηθεί: «Με κυριεύει μια σπάνια ασθένεια, με μεταμορφώνει. Με έπιαναν κρίσεις και δεν έβλεπα μπροστά μου.» Ο καθένας στη θέση μου το ίδιο μπορεί να έκανε», είπε ο παιδοκτόνος στην ομολογία του. Ο ίδιος μονολογεί: «Είμαι ένα μεγάλο κτήνος, αφού κατάφεραν τα χέρια μου με απάνθρωπο τρόπο να κάνουν αυτό που έκαναν. Για μένα δεν έπρεπε να υπάρχει ούτε σωτηρία ούτε λύπηση, μόνο βασανισμός μέχρι να πεθάνω». Σύμφωνα με τις Αρχές, το απόγευμα της παραμονής ο Νίκος Δουρής βγήκε για να παίξει με τα υπόλοιπα παιδιά. Γύρισε όμως αργότερα από το συνηθισμένο με αποτέλεσμα να φέρει την οργή του πατέρα του. Ο δράστης οδήγησε το παιδάκι στην αποθήκη όπου και το κακοποίησε μέχρι θανάτου. Ύστερα προσπάθησε να το κάψει και αφού δεν τα κατάφερε το πέταξε στο κοντινό εγκαταλελειμμένο κτίριο. Έπειτα από κοινή απόφαση εισαγγελέα και ανακριτή ο Δουρής προφυλακίζεται στις δικαστικές φυλακές Τίρυνθας. Εκεί οι κρατούμενοι αντιδράσανε έντονα και απείλησαν με εξέγερση σε περίπτωση που έμενε εκεί ο παιδοκτόνος.
Η οργή της κοινωνίας
Η σύλληψή του γίνεται το Νο1 θέμα, όπως είναι ευνόητο, για τα ΜΜΕ της εποχής. Το κλίμα αντιστρέφεται αμέσως. Η χώρα ολόκληρη, αφού πρώτα έφριξε, τώρα βράζει. Οι τηλεοπτικοί σταθμοί μαζί με τις εφημερίδες της εποχής αρχίζουν να βομβαρδίζουν με λεπτομέρειες το κοινό ποτίζοντας το με αίμα και τρόμο, εξαγριώνοντας το. Η κοινή γνώμη που μέχρι χθες ήταν «αλληλέγγυα» προς τον θρηνώντα πατέρα όχι μόνο χαρακτηρίζει τον Δουρή «ανθρωπόμορφο τέρας» και «κτήνος», αλλά απαιτεί την παραδειγματική τιμωρία του. Λαϊκή απαίτηση η κρεμάλα στο Σύνταγμα και τα σχετικά επιχειρήματα δίνουν και παίρνουν. Ο Ρόλος των ΜΜΕ είναι καθοριστικός σε όλη την υπόθεση. Είναι ένα γεγονός που θα παίξει καταλυτικό ρόλο μετέπειτα.
Η δίκη
Η δίκη ξεκινά στο Κακουργιοδικείο Κορίνθου, με τα φώτα της δημοσιότητας και τα βλέμματα του κοινού στραμμένα στον πατέρα και κατηγορούμενο ως δολοφόνο να δηλώνει: «Είμαι αθώος!» Αυτό τον ισχυρισμό επιχείρησε να στηρίξει και ο συνήγορος του, ο οποίος εμφανίστηκε πεπεισμένος πως, ο εντολέας του είναι αθώος, καθώς στο δικαστήριο προσκόμισε στοιχεία σύμφωνα με τα οποία, σε ευαίσθητα σημεία και το στόμα του νεκρού παιδιού, βρέθηκαν τρίχες γεννητικών οργάνων που δεν ανήκαν στον Μανώλη Δουρή! Ο συνήγορος υπεράσπισης, Βασίλης Καρύδης, αναφέρει ότι πριν καταδικαστεί ο Μανώλης Δουρής, για τον οποίο πιστεύει ακράδαντα ότι είναι αθώος, δεν έγινε ούτε ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη, ούτε έλεγχος με DNA των τριχών που είχαν βρεθεί στο στόμα και στον πρωκτό του θύματος.
Ο κατηγορούμενος στο μεταξύ έχει αλλάξει στάση, έχει αναιρέσει την ομολογία του και υποστηρίζει ότι είναι αθώος! Κατονομάζει, μάλιστα, ως δράστες τη σύζυγό του και τον εραστή της, που σχεδίασαν τα έγκλημα για να ενοχοποιήσουν τον ίδιο και να απαλλαγούν από αυτόν. «Θα είσαι ελεύθερη να ζήσεις τη ζωή σου, όπως εσύ το ζήτησες μαζί με τον εραστή σου με τον οποίο σκοτώσατε το Νίκο», υποστηρίζει χαρακτηριστικά. Δεν υπάρχει πια στο προσκήνιό του η αρρώστια που τον κατατρώει και τον μεταμορφώνει, ούτε η προτροπή να τον βασανίζουν μέχρι το θάνατό του. Ρίχνει το φόνο ευθέως στη Γεωργία και, στην κατάθεσή του, προσθέτει: «Πληρώνω το γεγονός ότι δεν σε μαρτύρησα και βρίσκομαι στη φυλακή, αν και είμαι αθώος»,
Η Καταδίκη
Με ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου ο κατηγορούμενος κηρύσσεται ένοχος και του απαγγέλλεται ποινή φυλάκισης 1 έτους για ασέλγεια, κάθειρξης 20 ετών για βιασμό και ισόβιας κάθειρξης για ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Στο ακροατήριο επικρατεί ευφορία και η τάση προς το περίφημο περί δικαίου αίσθημα δείχνει να ικανοποιείται. Όχι, όμως, ολοκληρωτικά. Όχι ακόμα… Την επομένη θα οδηγείτο, μέσω Πάτρας, σε φυλακές υψίστης ασφαλείας στην Κέρκυρα. Η πρωτοβάθμια απόφαση, τελικά, είναι αυτή που έχει ληφθεί από καιρό από την κοινωνία, οι δικαστές – τακτικοί κι ένορκοι -την επισημοποιούν και θέτουν την μεγάλη σφραγίδα του Κράτους
Ο άγραφος νόμος
Από τη στιγμή που ανακοινώθηκε η καταδικαστική απόφαση, άρχισαν οι αντιδράσεις των κρατούμενων. Οι τρόφιμοι των φυλακών της Τρίπολης απείλησαν με εξέγερση σε περίπτωση που μεταφερόταν εκεί ο παιδοκτόνος. Οι αρχές αποφάσισαν να τον οδηγήσουν στις φυλακές υψίστης ασφαλείας της Κέρκυρας, όπου είχαν δημιουργήσει ειδικό χώρο που θα απέβλεπε την προστασία του Δουρή από τους άλλους κατάδικους, ο Δουρής μεταφέρεται στο ίδιο πούλμαν με άλλους 9 φυλακισμένους. Το τι θα επακολουθούσε μάλλον δεν το φανταζόταν ούτε ο ίδιος ο δράστης. Την ώρα που τον βάζουν στην κλούβα, εκείνος φωνάζει μπροστά στις τηλεοράσεις: «Φοβάμαι για τη ζωή μου, θα με σκοτώσουν» και ακούγεται μέσα από την κλούβα: «Τι φοβάσαι ρε καριόλα;». Το έχουν εκστομίσει συγκρατούμενοί του, οι οποίοι κατά την επιβίβασή του είχαν χιμήξει «σύσσωμοι» πάνω του. Στη διαδρομή κακοποιήθηκε, βιάστηκε και ξυλοκοπήθηκε από τους βαρυποινίτες που τήρησαν τον άγραφο νόμο της φυλακής, σύμφωνα με τον οποίο οι παιδοκτόνοι δεν συγχωρούνται υπό την ανοχή των φυλάκων και όσων ήταν μάρτυρες του περιστατικού. Αξιοπερίεργο μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι ένας από τους πρωτοστατούντες της πράξης, βρισκόταν στη φυλακή για τον βιασμό των δύο κορών του… Ο «άγραφος νόμος της φυλακής» μίλησε για ακόμα μια φορά. Όταν έρχεται η στιγμή της αποβίβασης, το πρόσωπο του Δουρή είναι αλλοιωμένο. Ο τηλεοπτικός φακός αποτυπώνει καθαρά την σχεδόν άμεση υλοποίηση της στάσης αυτής, έστω κι από άλλους «συναδέλφους» τους. Η κακοποίηση του συνεχίστηκε και μέσα στη φυλακή. Ενδεικτικό είναι ότι μέσα σε δύο χρόνια είχε μεταφερθεί σε 4 διαφορετικά σωφρονιστικά ιδρύματα. Από την Τίρυνθα στην Κέρκυρα, από την Κέρκυρα στις φυλακές Αγ. Στεφάνου στην Πάτρα και από εκεί στις φυλακές της Τρίπολης. Οι συνεχείς αυτές αλλαγές οφείλονται σαφώς στο εχθρικό κλίμα που συναντούσε ο παιδοκτόνος σε κάθε φυλακή που βρισκόταν.
Η αυτοκτονία στις φυλακές Τρίπολης
Έχουνε περάσει περίπου 2 χρόνια από τη δολοφονία του μικρού Νικολάκη στην Ερμιόνη όταν στο προσκήνιο επανέρχεται το όνομα Δουρής. Είναι Σάββατο 24 Φεβρουαρίου του 1996. Ο Μανόλης Δουρής βρίσκεται ,από τους φύλακες του σωφρονιστικού ιδρύματος Τρίπολης, απαγχονισμένος με καλώδιο τηλεόρασης. Σε κωματώδη κατάσταση μεταφέρεται στο Παναρκαδικό νοσοκομείο της Τρίπολης όπου παρά τις προσπάθειες των γιατρών, λίγο μετά τις 7 το βράδυ του Σαββάτου εξέπνευσε. Ο Μανώλης Δουρής Μερικές μέρες νωρίτερα λέγεται ότι είχε προειδοποιήσει τη μητέρα του αλλά και τον μεγαλύτερο γιο του ότι θα βάλει τέλος στη ζωή του. Τα σενάρια για την «υπόθεση Δουρή» άρχισαν να φουντώνουν ξανά. Τα ερωτήματα ήταν πολλά. Δεν άντεξε τις τύψεις που τον βασάνιζαν; Δεν μπορούσε να υποφέρει τα καθημερινά λιντσαρίσματα υπό την ανοχή των φυλάκων του ιδρύματος; Είχε φορτωθεί ένα έγκλημα που δεν έκανε, όπως ο ίδιος αφήνει να εννοηθεί σε σελίδες του ημερολογίου του; Φύλακες ανέφεραν αποστροφή της οικογένειας του προς το μέρος του. Μάλιστα κάποιοι υποστήριξαν πως άκουσαν σε μια συνομιλία του Δουρή στο τηλέφωνο να λέει στη γυναίκα του: «Διαζύγιο; Γιατί;». Ο Δουρής σύμφωνα και με τον ιατροδικαστή αυτοκτόνησε και ο φάκελός του, για τα ΜΜΕ και την Αστυνομία έκλεισε. Είναι τελικά όμως αυτή η αλήθεια; Αυτοκτόνησε ή τον… αυτοκτόνησαν; Το ερώτημα δεν πρόκειται ποτέ να απαντηθεί. Πολλοί ακόμα και σήμερα αμφιβάλλουν ότι πρόκειται για αυτοκτονία. Όποια και αν είναι η αλήθεια, γεγονός είναι ότι ο Μανώλης Δουρής παραμένει μέχρι σήμερα στη συνείδηση του κόσμου, ως το ανθρωπόμορφο τέρας που δεν δίστασε να βιάσει και να σκοτώσει το 6χρονο παιδί του.
Έρευνα – Επιμέλεια: Συντακτική ομάδα Volvipress.gr