Μαυρούδα: Το χωριό όπου όλοι καλλιεργούν ρίγανη
Το χωριό της Μαυρούδας, στον δήμο Βόλβης του νομού Θεσσαλονίκης, όπου εδώ και τρεις δεκαετίες καλλιεργείται κατά κόρον η ρίγανη, είναι κτισμένο σε ένα οροπέδιο με αυξημένη υγρασία. Οι ιδανικές συνθήκες θερμοκρασίας στο σημείο, σε σύγκριση με άλλα, προσδίδουν στη ρίγανη ιδιαίτερη μυρωδιά αλλά και ανώτερη ποιότητα. «Η καρβακρόλη και η θυμόλη είναι τα συστατικά που χαρακτηρίζουν την οσμή της», επισημαίνει στη Greenagenda.gr ο Χαρίτων Χαριτωνίδης, πρόεδρος του Περιβαλλοντικού και Πολιτιστικού Συλλόγου Μαυρούδας.
Από τις 150 οικογένειες που ζουν στο χωριό, οι 120 απασχολούνται με την καλλιέργεια ρίγανης, με μεγάλες ή μικρότερες εκτάσεις στην κατοχή τους. Σύμφωνα με τον παραγωγό και γεωπόνο, Γιώργο Αναστασιάδη, η ρίγανη είναι το οξυγόνο για την τοπική οικονομία και συμβάλει στην απασχόληση. «Κάποτε, μάλιστα, αποτελούσε και μονοκαλλιέργεια», λέει ο ίδιος στη Greenagenda.gr.
Η ποιότητα της ρίγανης ευνοείται από το μικροκλίμα της περιοχής, την υγρασία αλλά και τον θαλασσινό αέρα του Στρυμονικού Κόλπου που φθάνει κάθε απόγευμα στο χωριό με ευεργετικές, όπως αποδεικνύεται, ιδιότητες για την καλλιέργεια.
Το υψόμετρο του λεκανοπεδίου είναι περίπου 370 μέτρα και οι οροσειρές που το περικλείουν είναι κατάφυτες με δρυς, πεύκα, έλατα και πουρνάρι. «Η ρίγανη υπόκειται συνεχώς σε ανάλογες χημικές αναλύσεις, ώστε να μπορούμε να συνοδεύσουμε το προϊόν μας με πιστοποιητικά καταλληλότητας και απαλλαγής από υπολείμματα φυτοφαρμάκων και βαρέων μετάλλων», ανέφερε ο κ. Αναστασιάδης, ο οποίος παράγει περίπου 100 τόνους, ανάλογα με τη χρονιά, σε μια έκταση περίπου 700 στρεμμάτων.
Η καλλιεργήσιμη με ρίγανη έκταση στη Μαυρούδα ξεπερνά τα 3.000 στρέμματα και η τοπική παραγωγή ανέρχεται σε περίπου 800 τόνους ετησίως. Ταξιδεύει, δε, σε πολλές χώρες της ΕΕ (κατά κύριο λόγο στη Γερμανία), αλλά και στην Αμερική. Η χονδρική τιμή της ρίγανης κυμαίνεται περίπου από 1 έως 1,5 ευρώ το κιλό, ενώ η λιανική της τιμή φθάνει τα 4 ευρώ το κιλό.
Χρήσιμα tips για ριγανοκαλλιεργητές
Αποδόσεις
Η ρίγανη αποδίδει ικανοποιητικά από το τρίτο έτος και μετά φθάνοντας έως 100-120 κιλά στο στρέμμα (αρδευόμενη καλλιέργεια). Η περιεκτικότητα σε ριγανέλαιο είναι δυνατόν να φθάσει μέχρι και 7% με τον μέσο όρο να κυμαίνεται από 3 έως 4%.
Απαιτήσεις εδαφικού και εναέριου περιβάλλοντος
Η άριστη θερμοκρασία ανάπτυξης της ρίγανης κυμαίνεται από 18-22 °C με όρια ανάπτυξης από 4 έως 33 °C, ενώ το ριζικό της σύστημα σε καλά αναπτυγμένα φυτά αντέχει σε ακραίες θερμοκρασίες. Επιβιώνει και σε χαμηλά επίπεδα φωτισμού, αλλά για να επιτευχθεί υψηλή περιεκτικότητα σε αιθέρια έλαια, το φως είναι απαραίτητο.
Η ρίγανη συναντάται ως αυτοφυές φυτό σε μεγάλη ποικιλία εδαφών και κλιμάτων από παραθαλάσσιες έως ορεινές περιοχές, στη νησιώτικη και την ηπειρωτική Ελλάδα, σε πλούσια και φτωχά εδάφη. Αναπτύσσεται σε ποικιλία εδαφών, με καλή στράγγιση.
Απαιτήσεις σε λίπανση και νερό
Δεν είναι φυτό απαιτητικό σε θρεπτικά στοιχεία καθώς έχει μικρές απαιτήσεις σε άζωτο, φώσφορο και κάλιο, με τη λίπανση να εφαρμόζεται στο τέλος φθινοπώρου έως τις αρχές του χειμώνα. Ο συνδυασμός των βασικών στοιχείων με επάρκεια ιχνοστοιχείων (πλήρης ισόρροπος λίπανση) δίνει πολύ καλύτερη παραγωγή.
Η ρίγανη αντέχει στην ξηρασία και μπορεί να καλλιεργηθεί ως ξερικό είδος. Σε περίπτωση παρατεταμένης ξηρασίας, ιδίως την περίοδο της άνοιξης, ένα ή και δύο ποτίσματα είναι ωφέλιμα, αυξάνοντας την απόδοση, χωρίς να μειώνεται ιδιαίτερα η ποιότητα
Κόστος Εγκατάστασης και παραγωγής
Το κόστος εγκατάστασης μιας φυτείας ρίγανης εκτιμάται στα 220 €/στρέμμα στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και οι δαπάνες του φυτωρίου. Σημειώνεται ότι λόγω της αργής βλάστησης του σπόρου οι εργασίες σε αυτό διαρκούν πολλούς μήνες (Οκτώβριος – μέσα Μαΐου). Στο κόστος παραγωγής, το μεγαλύτερο ποσοστό των δαπανών καταλαμβάνει το αναλώσιμο κεφάλαιο και ιδιαίτερα το κόστος καταπολέμησης των ζιζανίων.
Ακολουθεί το ενοίκιο της ξερικής γης και η αμοιβή της ξένης μηχανικής εργασίας, κυρίως για τη συγκομιδή. Το µέσο κόστος παραγωγής ανέρχεται στα 1,04 €/κιλό. Για να είναι βιώσιµη η καλλιέργεια, η τιµή πώλησης του προϊόντος θα πρέπει να είναι πάνω από 0,66€/κιλό, έτσι ώστε να μπορούν να καλυφθούν οι μεταβλητές δαπάνες παραγωγής του προϊόντος.
του Νίκου Αβουκάτου
greenagenda.gr