Ο πολίτης δεν ζει ούτε και επιβιώνει. Απλώς φυτοζωεί.
Μόνο θλίψη και απογοήτευση προκαλούν τα αριθμητικά στοιχεία, όταν φτάνει η ώρα να κάνει κανείς «ταμείο» σχετικά με το χρέος της Ελλάδα. Σε έξι χρόνια επιβλήθηκαν τρία αιματηρά Μνημόνια σε περίπου 11 εκατ. Έλληνες πολίτες: επιβλήθηκαν δυσβάσταχτα μέτρα, χάθηκαν οριστικά εργασιακά κεκτημένα δεκαετιών, υποτίθεται στο όνομα μιας συντονισμένης εξοικονόμησης χρημάτων και περιστολής των δαπανών.
Ωστόσο, οι αριθμοί είναι αμείλικτοι: Υπολογίζεται ότι μέσα στα έξι «πέτρινα» χρόνια του Μνημονίου οι Έλληνες φορολογούμενοι τροφοδοτούσαν με ρευστό ένα βαρέλι δίχως πάτο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 12 δισ. ευρώ. Με απλά λόγια, από το 2010, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου μας έβαλε μέσω Καστελόριζου στο «Μνημόνιο 1» έως και σήμερα, δεν υπήρξε η παραμικρή πρόοδος, ούτε καν μια στοιχειώδης έστω βελτίωση των δημοσίων οικονομικών της Ελλάδας.
Εάν κάποιος επιχειρήσει να υπολογίσει συνολικά τις υποχρεώσεις του ελληνικού κράτους σε δάνεια και ομόλογα μαζί με το ιδιωτικό χρέος, τα δάνεια των ιδιωτών και τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του ιδιωτικού τομέα, τότε μάλλον σίγουρα θα ζαλιστεί από το ποσό: 645 δισ. ευρώ ή 360% επί του ΑΕΠ.
Αυτό που συμβαίνει στη χώρα μας είναι απίστευτο: το ΑΕΠ της έχει συρρικνωθεί κατά 40 δισ. ευρώ, ο κοινωνικός πλούτος οι καταθέσεις έχουν μειωθεί κατά 115 δισ. ευρώ, ενώ τα εισοδήματα των φορολογουμένων έχουν μειωθεί δραματικά εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και των υφεσιακών μέτρων.
Κι ενώ το δημόσιο χρέος, το οποίο έπρεπε να μειωθεί, για να σταματήσει να επιβαρύνει τον φορολογούμενο, δεν μειώθηκε, και το ιδιωτικό χρέος αποτελεί έναν από τους κατεξοχήν «πνεύμονες» ρευστότητας της πραγματικής οικονομίας συρρικνώθηκε σχεδόν κατά 100 δισ. ευρώ.
Κι αντί τα πράγματα να καλυτερεύουν, οι πολιτικές των Μνημονίων σπρώχνουν την Ελλάδα ακόμη πιο κάτω στην κλίμακα του χρέους. Η χώρα ασφυκτιά, η οικονομία της παραμένει παγιδευμένη σε έναν φαύλο κύκλο υπερδανεισμού και ύφεσης, χωρίς να φαίνεται φως στο τούνελ.
Την ίδια στιγμή, οι δανειστές, με «μπροστάρη» το Βερολίνο προγραμματίζουν νέα μέτρα υπό τη μορφή ενός νέου τέταρτου και ακόμη πιο σκληρού Μνημονίου. Αυτή είναι, άλλωστε, η κλασική και «αγαπημένη» συνταγή του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε: να παραμένει μια χώρα της Ευρώπης ταπεινωμένη και δαρμένη στο όνομα της δήθεν «α λα καρτ αλληλεγγύης» και της ευρωπαϊκής αδελφοσύνης.
Με αυτά ακριβώς τα δεδομένα, δεν μπορεί παρά να μιλάει κανείς για μια παταγώδη αποτυχία του όλου πειράματος, που βιώνει καθημερινά εδώ και μια εξαετία ο Έλληνας στο πετσί του. Δεν μπορεί να αποταμιεύσει πλέον τίποτα, πληρώνεται πενιχρά ίσα για να βγάζει το μήνα του – κι αυτό με το ζόρι – πληρώνει απίστευτα ποσά σε φόρους και εισφορές. Ο πολίτης δεν ζει ούτε και επιβιώνει. Απλώς φυτοζωεί.
Οι νέοι άνθρωποι εγκαταλείπουν την χώρα. Η νεότερη γενιά, όταν αναφέρεται στα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα, χρησιμοποιεί δύο λέξεις: game over (σ.σ. το παιχνίδι τελείωσε). Τι να καθίσει να κάνει εδώ; Ποια είναι η προοπτική, όταν οι εφαρμοζόμενες πολιτικές στερούν κάθε δυνατότητα στη νεολαία να ονειρεύεται μια καλύτερη ζωή εδώ, σε αυτόν τον ευλογημένο και συνάμα καταραμένο τόπο;
Για πόσο ακόμη, άραγε, θα μπορεί να βιώνει αυτή την αβάσταχτη κατάσταση; Και για πόσο ακόμη θα μπορεί να ανέχεται αγόγγυστα την εξίσου αβάσταχτη των πολιτικών, που επιμένουν πως θέλουν να τον… σώσουν;
Ας το πάρουμε απόφαση πια: Η χώρα έχει ήδη χρεοκοπήσει. Θα ήταν το λιγότερο αφελής κανείς, άλλωστε, εάν πίστευε πως με το χρέος στο 360% του ΑΕΠ μπορεί να τεθεί ζήτημα βιωσιμότητας. Αν το αποδεχτούμε, τότε ίσως κάνουμε ένα πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Αν πάλι όχι, τότε ο τοίχος θα βρίσκεται πάντα μπροστά μας και σίγουρα κάποια στιγμή δεν θα προλάβει κανείς μας να φρενάρει…
newsbomb.gr