Πάντα θα με κυνηγάν οι τύψεις για τη σκέψη που έκανα
15-18 χρόνια πριν στην πιάτσα στα λαδάδικα… 5ο ταξί εγώ στη σειρά.
Πάει ένα παιδάκι στον πρώτο στο δεύτερο δεν το παίρνει κανείς.
Φτάνω 2ος .. ούτε ο άλλος το παίρνει. Άιντε λέω τα «πιάσαμε» τα λεφτά μας … ούτε 10 χιλιάδες δραχμές δεν βγάλαμε σήμερα θα μπει μέσα το γυφτάκι και δε θα μας πληρώσει κιόλα.
Ελάχιστη διαδρομή γύρω στα 200-250 δε θυμάμαι
Μπαίνει μέσα ο Σπόρος … παλιό σταθμό λέει …1-2 χιλιόμετρα μπροστά.
Κράταγε μια σακούλα και 2-3 λουλούδια που πούλαγε.
Τον κοιτάζω κοφτά… φτάνουμε… «γράφει» πες 290 … μ αφήνει το παλικαράκι 400 δραχμές και… “μένω”.
Κάνω να στρίψω βλέπω ανοίγει μια πόρτα… μια γυναίκα στα γόνατα να περπατάει κι ένας μπάρμπας σε καροτσάκι … και 2-3 παιδάκια να ορμάν στη σακούλα με τα σάντουιτς. Ο Μικρός τάιζε με τα λέλουδα που πούλαγε όλη την οικογένεια.
Ακόμα και σήμερα μια φορά τη εβδομάδα εγώ ή ένας φίλος πάμε μια τσάντα με φαγητό σε κείνη τη γειτονιά και θα το κάνουμε όσο ζούμε. Αλλά πάντα θα με κυνηγάν οι τύψεις για τη σκέψη που έκανα μέχρι να φτάσουμε.
Νίκος Δ. Αλβανός