Κορώνεια: Η λίμνη με τα κρυστάλλινα νερά που μεταμορφώθηκε σε δηλητηριώδη λάσπη

koronia1«Το σπίτι μας, στον Ευαγγελισμό, ήταν μόλις 380 μέτρα από την όχθη της λίμνης. Τώρα, είναι μερικά χιλιόμετρα μακριά. Στα χρόνια της δεκαετίας του ’60, όχι μόνο πηγαίναμε για κολύμπι, αλλά παίρναμε καθαρό νερό για μαγείρεμα. Για να κάνουν οι γονείς μας ψαρόσουπα με τούρνα, που ψάρευαν στη λίμνη». Η εικόνα αυτή της Κορώνειας που ανασύρει από τη μνήμη του ο συνταξιούχος πλέον εκτελωνιστής Νίκος Φιλιππιάδης, απέχει παρασάγγας από τη σημερινή πραγματικότητα στον άλλοτε ολοζώντανο υδροβιότοπο.

Η λίμνη με τα κρυστάλλινα νερά, οι ψαράδες με τα δίχτυα τους να περιμένουν υπομονετικά τα «δώρα» της, οι κτηνοτρόφοι με τα κοπάδια τους να την πλαισιώνουν περιμετρικά είναι εικόνες που έχουν χαθεί και τη θέση τους έχει πάρει ένας έρημος λασπότοπος, όπου η όποια συγκέντρωση των υδάτων δεν υπερβαίνει τα 5-10 εκατοστά. Και για να συμβεί αυτό και ένα θαύμα της ελληνικής φύσης, όπως η λίμνη Κορώνεια στην επαρχία Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, να μετατραπεί σε θλιβερό θέαμα, δεν χρειάστηκαν παρά μερικές μόνο δεκαετίες στο βάθος των αιώνων…
«Τα νερά ήταν πεντακάθαρα και έφθαναν ως τις άκρες των χωριών, στην περιοχή Σχολάρι» αφηγείται στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο κ. Φιλιππιάδης και θυμάται τη χαρά, με την οποία ο ίδιος, μαζί με την οικογένεια και τους φίλους του, πήγαιναν στη λίμνη.

koronia2Δεν ήταν μόνο, όμως, πηγή χαράς η λίμνη για τους μικρούς και μεγαλύτερους σε ηλικία επισκέπτες της, αλλά και πηγή ζωής και βιοπορισμού για πολλούς κατοίκους των γύρω χωριών. Η Κορώνεια, σε απόσταση 20-25 χλμ. από την πόλη της Θεσσαλονίκης και δίπλα σε μια σειρά οικισμών, χωριών και της κωμόπολης του Λαγκαδά, ήταν μια από τις παραγωγικές λίμνες της χώρας σε αλιεύματα. Κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής κάλυπτε τις ανάγκες της Θεσσαλονίκης στα 3/4 της κατανάλωσης ψαριών. Είναι χαρακτηριστικό ότι, πριν από 40 χρόνια, οι κάτοικοι της λίμνης και των γύρω χωριών (περίπου 600 οικογένειες) συντηρούνταν μόνο από τα αλιεύματά της (γριβάδι, γουλιανός, τσιρόινι, λιπαριά, τούρνες, χέλια κ.λπ.).

«Θυμάμαι πως ο πατέρας μου άπλωνε τον γρύπο, ένα μεγάλο δίχτυ, και έβγαζε ψάρια για να γεμίσουν δυο βάρκες. Αφού, συχνά, όταν πήγαινε φορτωμένη τη βάρκα στην Απολλωνία, για να τα πουλήσει στη δημοπρασία που γινόταν εκεί, πετούσε πίσω στη θάλασσα αρκετή ποσότητα από τα ολόφρεσκα αλιεύματα ώστε να ελαφρύνει η βάρκα και να φθάσει έγκαιρα στον προορισμό του. Τώρα, τελείωσε και η τέχνη του ψαρά στην Κορώνεια. Ελάχιστοι, πλέον, παιδιά άλλοτε ψαράδων, πηγαίνουν για χόμπι -και όχι για βιοπορισμό- να ψαρέψουν στη Βόλβη, που ακόμα έχει έναν πλούτο» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Φιλιππιάδης.

Από το 1995 η περιβαλλοντική κατρακύλα δεν έχει τέλος
Το 1995, η Κορώνεια είχε έκταση 45 τετραγωνικά χλμ και μέγιστο βάθος 8μ. Έκοτε, έχει μετατραπεί σε ένα ιδιαίτερα ασταθές οικοσύστημα, με συνέπειες που είναι ορατές διά γυμνού οφθαλμού…
Μετά τον μαζικό αφανισμό της ιχθυοπανίδας, το 1995, στο λιμναίο περιβάλλον της Κορώνειας δεν ζουν πλέον ψάρια, στα ρέματα όμως που εκβάλουν σ’ αυτήν έχουν εντοπιστεί ορισμένα είδη.
Η ανεξέλεγκτη χρήση των νερών οδήγησε σε μαρασμό
Από πλήθος μελετών για την Κορώνεια -ή λίμνη Αγίου Βασιλείου ή λίμνη Λαγκαδά- αναγνωρίστηκε ότι τα αίτια της υποβάθμισής της οφείλονται σε ανθρωπογενείς δραστηριότητες, όπως η ανάπτυξη, πριν από χρόνια, ρυπογόνων και υδροβόρων βιομηχανιών (κυρίως βαφείων) και η διαρκής -ακόμη και σήμερα- υπεράντληση υδάτων από κατοίκους της περιοχής για γεωργικές εκμεταλλεύσεις.
Η «δίψα» για μεγαλύτερη γεωργική παραγωγή οδήγησε εδώ και περίπου τέσσερις δεκαετίες τους κατοίκους της περιοχής στη δημιουργία πηγαδιών και άλλων τεχνικών άντλησης νερού, με διαρκώς ανανεούμενους μηχανισμούς, όπως τα λεγόμενα «κανονάκια», που αντλούσαν μεγάλες ποσότητες νερού για την ικανοποίηση υδροβόρων καλλιεργειών (π.χ. τριφύλλια, καλαμπόκια κ.ά.), που σε συνδυασμό με εποχές ανυδρίας, διόγκωσαν το φαινόμενο.
Είναι χαρακτηριστικό πως τη μέρα που ο δημοσιογράφος του Αθηναϊκού Πρακτορείου περιηγήθηκε στην Κορώνεια, ένα συννεφιασμένο πρωινό του φετινού καλοκαιριού, που κατέληξε σε καταρρακτώδη βροχή, παρατήρησε πολλές συσκευές αυτόματου ποτίσματος χωραφιών, με «κανονάκι», που εκτόξευε εκατοντάδες λίτρα νερού, ανεξέλεγκτα.
Μάλιστα, ενώ οι αρμόδιοι του Φορέα Διαχείρισης Λιμνών Κορώνειας-Βόλβης (συστήθηκε το 2002 για την προστασία των λιμνών) ζητούν τον έλεγχο στην άντληση των υδάτων, συνεχίζεται η ανεξέλεγκτη και χωρίς πρόγραμμα άντληση, σε ώρες και μέρες ακατάλληλες, οδηγώντας -με μαθηματική ακρίβεια, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί- την άλλοτε ολοζώντανη λίμνη στην πλήρη αποξήρανση. Γι αυτό και, όπως τονίζεται, είναι αναγκαίο, το αρμόδιο υπουργείο να επιβάλλει αλλαγή στις καλλιέργειες των αγροτών της περιοχής προς την κατεύθυνση της προστασίας των λιγοστών υδάτινων πόρων.
Είναι χαρακτηριστικό πως το νερό, που συγκεντρώνεται από όμβρια ύδατα κυρίως, εξαρτάται από το επίπεδο πτώσης βροχών στην περιοχή και η καλύτερη εικόνα που διαμορφώνεται είναι κυρίως την άνοιξη, όταν η λίμνη αρχίζει να φαίνεται από ψηλά, από τους δρόμους και τα μονοπάτια του Χορτιάτη, του Ασβεστοχωρίου, του Φιλύρου και των Λαγυνών, αλλά και το φθινόπωρο (για τους ίδιους λόγους). Κι ενώ τη δεκαετία του ’50, αυτή η ίδια λίμνη, τις πιο βροχερές εποχές του έτους πλημμύριζε και τα νερά της έφταναν ως τον Λαγκαδά, το Βασιλούδι και τη Γερακαρού, τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά…
Το «αγκάθι» της απότομης εκβιομηχάνισης
Η οικολογική καταστροφή που συντελείται στην Κορώνεια δεν είναι φαινόμενο σημερινό. Στις δεκαετίες ’70 και ’80, η απότομη εκβιομηχάνιση έφερε στις όχθες της λίμνης βιοτεχνίες και βιομηχανίες που ασύδοτα, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, λειτουργούσαν χωρίς κανόνες και οδηγίες, με στόχο το υψηλό κέρδος και τα χαμηλά κόστη. Γινόταν άντληση μεγάλων ποσοτήτων νερού και αποβάλλονταν ανεπεξέργαστα λύματα στη λίμνη, με αποτέλεσμα η μεν επιφάνειά της να αλλάζει συνεχώς χρώμα, ο δε πυθμένας της να υφίσταται ανυπολόγιστη βλάβη από την επικάθιση λυμάτων, που έχουν καταστήσει σχεδόν αδύνατη την ανανέωση των υπόγειων υδάτων του υδροφόρου ορίζοντα της περιοχής.
Στις αρχές του νέου αιώνα, οι βιομηχανίες και οι βιοτεχνίες άρχισαν, λόγω μειωμένων κερδών και πιέσεων για τη λειτουργία τους, να εγκαταλείπουν την περιοχή, μετακομίζοντας -αρκετές εξ αυτών- στη γειτονική Βουλγαρία ή αναστέλλοντας τη δραστηριότητά τους. Ωστόσο, η ζημιά είχε ήδη συντελεστεί… Σήμερα, εξακολουθούν να λειτουργούν στα όρια της Κορώνειας μόλις τέσσερις από τις αρχικά 25 βιομηχανίες.
koronia3Και… ο ΧΥΤΑ Μαυροράχης
Ένα επιπλέον πρόβλημα για την ανασύσταση της υδάτινης στάθμης της λίμνης Κορώνειας φαίνεται πως είναι η λειτουργία του ΧΥΤΑ Μαυροράχης σε απόσταση περίπου 12 χλμ. από τη βορειοδυτική πλευρά της λίμνης, αφού, όπως επισημαίνουν ειδικοί γεωπόνοι, αυτό είναι το «τελικό χτύπημα» στην προσπάθεια ανασύστασης της λίμνης.
Όπως εξηγούν, ο υδροφόρος ορίζοντας της περιοχής δηλητηριάζεται δεδομένου πως ακριβώς στην περιοχή του ΧΥΤΑ βρίσκονται οι πηγές του ποταμού Μπογδάνα, αλλά στην ευρύτερη υπάρχουν και τα ρέματα Καβαλαρίου, Κολχικού και Σχολαρίου, που κατεβάζουν φερτά και μολυσμένα υλικά.
Ενα διαφορετικό οικο-περιβάλλον
Το τοπίο στην Κορώνεια έχει αλλάξει ριζικά και για την πανίδα της περιοχής, αφού άλλα ενδημικά πουλιά την επισκέπτονται και άλλα ζώα κάνουν πλέον την εμφάνισή τους. Μάλιστα, τα νέα είδη πτηνών -κυρίως αρπακτικών- που εμφανίστηκαν, παρακολουθούνται και καταγράφονται από τους επιστήμονες του Φορέα.
Υπάρχουν, ωστόσο, και καταγγελίες από τους κατοίκους για καταστροφή καλλιεργειών από αγριόχοιρους, οι οποίοι φαίνεται πως έχουν κατεβεί από ημιορεινές πλαγιές του Χορτιάτη και της γύρω περιοχής και εγκαταστάθηκαν στο φιλόξενο γι’ αυτούς έδαφος των καλαμιών και της λάσπης, στην άκρη της λίμνης, με αρνητικές συνέπειες όχι μόνο για τις καλλιέργειες αλλά και για τα αποθηκευμένα προϊόντα.
Επειδή, δε, είναι απαγορευμένο το κυνήγι, έχουν διαπιστωθεί προσπάθειες δηλητηρίασης αγριόχοιρων, με φόλες που τοποθετούν γεωργοί και κτηνοτρόφοι στην περιοχή.
Προσπάθειες να σωθεί η λίμνη
Η περιοχή της Κορώνειας -όπως και της γειτονικής Βόλβης- λόγω της υψηλής οικολογικής της αξίας, έχει χαρακτηριστεί υγρότοπος διεθνούς σημασίας (Συνθήκη Ramsar), ζώνη ειδικής προστασίας για τη διαβίωση άγριων πουλιών, τη διατήρηση φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας χλωρίδας και πανίδας, αλλά και καταφύγιο άγριας ζωής. Η, δε, λειτουργία αυτού του χαρακτηρισμένου ως εθνικού πάρκου βασίζεται σε γενικότερο διεθνές και εθνικό θεσμικό πλαίσιο.
Το 2002, ιδρύθηκε ο Φορέας Διαχείρισης Κορώνειας-Βόλβης (ΝΠΙΔ, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα), με σκοπό την προστασία και διαχείριση του οικοσυστήματος των δύο λιμνών αλλά και της περιοχής των επονομαζόμενων Μακεδονικών Τεμπών, στη Ρεντίνα. Ο Φορέας τελεί υπό την εποπτεία του ΥΠΕΚΑ, διοικείται από 11μελές συμβούλιο, λειτουργεί με ειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό εδώ και 12 χρόνια και θα συνεχίσει να υπάρχει και τον επόμενο χρόνο, αφού το επιχειρησιακό του πρόγραμμα, μέχρις εγκρίσεως από το επόμενο κοινοτικό πρόγραμμα, έχει τον συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα.
Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, από το 1997 έως το 2004 κατάρτισε ένα master plan για τη διάσωση της Κορώνειας, το οποίο, όμως, ακυρώθηκε, αφού αρκετά από τα προαπαιτούμενα δεν ήταν εφικτά ή δεν τα αποδέχονταν η τοπική κοινωνία. Από το 2005 καταρτίστηκε ένα δεύτερο master plan, όπου έξι συναρμόδιες υπηρεσίες, με την επιστημονική επιστασία του Φορέα προσπαθούν να φέρουν ζωή στη λίμνη, με παρεμβάσεις που στόχο έχουν τη συγκέντρωση υδάτων στον ποταμό Μπογδάνα, τα ρέματα που εκβάλλουν σ’ αυτήν κι ένα διαχειριστικό σχέδιο που παρεμβαίνει στη διαμόρφωση και μείωση της έκτασής της και τη δημιουργία αρδοκαλλιεργητικών έργων. Πλην, όμως, τα προβλήματα παραμένουν και το μέλλον της λίμνης μοιάζει ζοφερό…
«Μπαλάκι» οι ευθύνες
Οι επιστήμονες του Φορέα Διαχείρισης δίνουν τη δική τους, καθημερινή μάχη για την επιβίωση του οικοσυστήματος της περιοχής. Ωστόσο, η πρόεδρος του δ.σ. του Φορέα Δήμητρα Μπόμπορη, επίκουρη καθηγήτρια του Τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ, ο υπεύθυνος υλοποίησης του προγράμματος Μάριος Αστερίου και οι λοιποί επιστήμονες που στελεχώνουν τον θεσμό έχουν ένα επιπλέον πρόβλημα: την πλημμελή ενημέρωση των κατοίκων της περιοχής για την εφαρμογή αναγκαίων Οδηγιών.
Την καταστροφή που συντελείται στην περιοχή τους αναγνωρίζουν και οι ίδιοι οι κάτοικοι, οι οποίοι επισημαίνουν, ωστόσο, από την πλευρά τους και τις ευθύνες της Πολιτείας. Ένας απ’ αυτούς, ο Παύλος Φραγκουλίδης, κάτοικος Βασιλουδίου θυμάται πως από το πατρικό του σπίτι, η λίμνη ήταν ελάχιστα μέτρα και δημιουργούσε μια εξαίρετη αίσθηση, πριν από πολλά χρόνια, ενώ αργότερα άρχισε να χάνει το νερό της και να υποχωρεί. «Η καταστροφή του περιβάλλοντος» λέει «είναι τρομοκρατική και δεν είδα να ανησυχεί κανείς. Δεν ξέρω αν θα μπορούσε να συμβεί σε κάποια άλλη χώρα, χωρίς μάλιστα συνέπειες. Σαφώς και φταίνε οι κάτοικοι, αλλά και η Πολιτεία δεν έκανε απολύτως για να σώσει αυτό το θείο δώρο».
Τώρα, όπως τονίζει, η επιφάνεια της λίμνης είναι μια «δηλητηριώδης λάσπη», όπου βόσκουν κάποια πρόβατα και κατσίκια, αν και -ευτυχώς- οι περισσότεροι κτηνοτρόφοι πηγαίνουν τα κοπάδια τους στις πλαγιές του Αη-Βασίλη ή της Γερακαρούς.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

5 × two =

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.