Ιστορίες Εγκλημάτων: H live ομηρία που κατέληξε σε τραγωδία

Ήταν Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 1998, όταν η κοινή γνώμη πάγωσε με τη live μετάδοση ομηρίας, που κατέληξε σε τραγωδία. Είκοσι χρόνια μετά, βγάζουμε από το συρτάρι την υπόθεση του Σορίν Ματέι. Ένα έγκλημα για το οποίο δεν τιμωρήθηκε κανείς. Μία αθώα ψυχή χαμένη άδικα. Και ο περίεργος θάνατος του κακοποιού, που μέχρι σήμερα δεν έχει απαντηθεί.

Πριν την τραγωδία

Ο Ρουμάνος κακοποιός Σορίν Ματέι απασχολούσε τουλάχιστον τρία χρόνια τις Αρχές. Είχε δραπετεύσει 6 φορές από κρατητήρια και φυλακές. Το 1995 είχε κατηγορηθεί για απόπειρα ανθρωποκτονίας και για αρκετές ληστείες, είχε όμως καταφέρει να διαφύγει από τα δικαστήρια Ευελπίδων, λίγο πριν από την εκδίκαση της υπόθεσής του. Λίγο αργότερα, συνελήφθη και οδηγήθηκε στις φυλακές Κέρκυρας.

Στις 10 Μαρτίου 1996 δραπετεύει πάλι από τις φυλακές Κέρκυρας μαζί με άλλους συγκρατούμενούς του για να συλληφθεί και πάλι. Τον ίδιο μήνα δραπετεύει από το νοσοκομείο Γεώργιος Γεννηματάς. Λίγες μέρες αργότερα, συλλαμβάνεται και οδηγείται στις φυλακές Λαρίσης, απ’ όπου δραπετεύει ξανά.

Στις 7 Μαΐου 1997 οι αστυνομικοί τον εντοπίζουν τυχαία σε μπλόκο και τον οδηγούν στο ψυχιατρείο των φυλακών Κορυδαλλού. Τον Ιούλιο του 1998 διατάζεται η μεταφορά του στις φυλακές Αγίου Στεφάνου Πάτρας, κατά τη διάρκεια όμως της παραμονής του δραπετεύει από το τμήμα μεταγωγών Πάτρας και επιστρέφει στην Αθήνα.

Δύο μήνες μετά και συγκεκριμένα στις 5 Σεπτεμβρίου τον εντοπίζουν στο σπίτι του, όπου αιφνιδιάζει τους αστυνομικούς. Ο Σορίν Ματέι, έχοντας υποψιαστεί την ενέδρα, τους περίμενε, κρατώντας ένα όπλο και δύο χειροβομβίδες. Αφού πήρε ως όμηρο τον αστυφύλακα του τμήματος ασφαλείας Χαλκίδας Θανάση Kρυσταλλογιάννη, κατευθύνθηκε με αυτοκίνητο στην εθνική οδό Αθηνών – Λαμίας. Για ακόμη μία φορά, διέφυγε από την αστυνομική συνοδεία. Εγκατέλειψε το αυτοκίνητο και τον αστυνομικό στον Πειραιά και επιβιβάστηκε σε ταξί προς άγνωστη κατεύθυνση.

Μία εβδομάδα μετά, εντόπισαν τον Σορίν Ματέι σε αγροτική περιοχή της Λάρισας, αλλά μετά από ανταλλαγή πυροβολισμών, ξέφυγε.

Το βράδυ της τραγωδίας

Ήταν βράδυ Τετάρτης. Το ημερολόγιο έγραφε 23 Σεπτεμβρίου 1998, όταν οι αστυνομικοί εντόπισαν τον Σορίν Ματέι σε ένα υπόγειο διαμέρισμα στην Αθήνα, στην οδό Νιόβης 4. Εκεί έμενε η φίλη του Ματέι, Πηνελόπη Αθανασοπούλου, με την οποία έκανε χρήση ουσιών.

Τότε οι αστυνομικοί αποφάσισαν να κάνουν έφοδο, με την παρουσία Εισαγγελέα, ο οποίος διέταξε να μην πυροβολήσει κανείς. Κατά τη διάρκεια της συμπλοκής χρησιμοποιήθηκε χειροβομβίδα λάμψης κρότου, ενώ ένας αστυνομικός τον χτύπησε με τη λαβή του όπλου. Ο Ματέι, όμως, κατόρθωσε τελικά μέσα από το φωταγωγό να διαφύγει και να μπει στο διαμέρισμα του α’ ορόφου της πολυκατοικίας. Πριν φύγει, πρόλαβε να αρπάξει τη χειροβομβίδα που είχε ακουμπισμένη στο κομοδίνο δίπλα από το κρεβάτι….

Στο διαμέρισμα του α’ ορόφου βρίσκονταν η μητέρα Σουλτάνα Γκινάκη, ο 24χρονος γιος της Βαγγέλης, η 25χρονη κόρη της Αμαλία και ο αρραβωνιαστικός της, Αποστόλης Μακρινός.

Αν και όπως ήταν φυσικό, η οικογένεια αιφνιδιάστηκε, η μητέρα κράτησε την ψυχραιμία της, περιποιήθηκε τις πληγές του Ματέι και έκανε ό,τι της ζήτησε.

Ο Ματέι έδεσε με ένα κορδόνι παπουτσιών το χέρι του με αυτό της άτυχης Αμαλίας Γκινάκη και το χέρι του αρραβωνιαστικού της.

Η live ομηρία, ο Νίκος Ευαγγελάτος και ο ΣΚΑΙ

Ο Ματέι, μόλις αιχμαλώτισε την Αμαλία και τον αρραβωνιαστικό της, τηλεφώνησε στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ. Ζήτησε να μιλήσει με τον τότε διευθυντή ειδήσεων, Σταμάτη Μαλέλη, απαιτώντας να βγει στον αέρα.

Ο Σταμάτης Μαλέλης σε συνέντευξη του μετά από το περιστατικό ανέφερε πως λειτούργησε το δημοσιογραφικό του ένστικτο και πήρε την απόφαση να μεταδώσει ζωντανά την ομηρία.

Έτσι, ο Νίκος Ευαγγελάτος πήρε τη θέση του στο στούντιο και άρχισε να συνομιλεί τηλεφωνικά με τον κακοποιό. Για μια ώρα, ο Ματέι συνομιλούσε με τον Νίκο Ευαγγελάτο, ενώ το πανελλήνιο παρακολουθούσε ζωντανά τις εξελίξεις. Ωστόσο, εκείνη την πρώτη ώρα, ούτε η αστυνομία, αλλά ούτε και η αρμόδια τηλεοπτική αρχή, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, ζήτησαν να διακοπεί το τηλεφώνημα.

Την προηγούμενη φορά σεβαστήκανε τη ζωή του αστυνομικού και με άφησαν να φύγω. Τώρα κρατάω τέσσερις ανθρώπους, είπε στον Ν. Ευαγγελάτο ο κακοποιός και συνέχισε: Μη φοβάστε, κακό δε θα κάνω σε κανέναν. Να διαπραγματευτώ θέλω και να με αφήσουν να φύγω.

Η συνομιλία συνεχιζόταν χωρίς την επέμβαση της αστυνομίας και ο Ρουμάνος ζήτησε 500.000 δραχμές (περίπου 1.500 ευρώ), τονίζοντας ότι ήταν μόνο για τα έξοδά του.

Εν τω μεταξύ, μετά από προσωπική εντολή του τότε πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, έφτασε στην οδό Νιόβης ο διοικητής της Ασφάλειας Θεόδωρος Παπαφίλης, ο οποίος ανέλαβε τις επιτόπιες διαπραγματεύσεις.

Ο Ματέι ζήτησε από τους αστυνομικούς, να του στείλουν αμφεταμίνες, για να καταφέρει να συνέλθει από την ηρωίνη. Οι αστυνομικοί έστειλαν ένα κουτί με υπνωτικά χάπια, αλλά ο κακοποιός το κατάλαβε, έγινε έξαλλος και διέκοψε την επικοινωνία μαζί τους. Ο Ρουμάνος είχε απασφαλίσει τη χειροβομβίδα και απειλούσε να την αφήσει από το χέρι του. «Μια λάμψη θα δείτε μόνο και τίποτα άλλο», έλεγε.

Διαπιστώθηκε, ότι όση ώρα μιλούσε μαζί του ο Νίκος Ευαγγελάτος, ο Ματέι ήταν ήρεμος. Με αυτόν τον τρόπο, ο Νίκος Ευαγγελάτος τον έπεισε να αφήσει ελεύθερο τον 24χρονο αδερφό της Αμαλίας.

Το τραγικό λάθος του αρχηγού της αστυνομίας

Στις 9 το βράδυ, έφτασε στο σημείο και ο αρχηγός της αστυνομίας, Αθανάσιος Βασιλόπουλος, ο οποίος ανέκρινε τη φίλη του Ματέι, η οποία ήταν ακόμη υπό την επήρεια ουσιών. Θεώρησε πως η χειροβομβίδα είναι ψεύτικη.

Στις 11 το βράδυ, ο Σορίν Ματέι αποφάσισε να απελευθερώσει την Σουλτάνα Γκινάκη, ως αντάλλαγμα για τα φάρμακα που του είχαν δώσει οι αστυνομικοί.

Τότε, ο αρχηγός της αστυνομίας έδιωξε τα τηλεοπτικά συνεργεία και τον κόσμο που βρισκόταν εκεί, προκειμένου να κάνει έφοδο στο διαμέρισμα. Σύμφωνα με τον Σταμάτη Μαλέλη, ο Γ. Πλάκας που βρισκόταν δίπλα του, ψιθύρισε πως η απόφαση αυτή δεν ήταν σωστή και πως η εκτίμηση για την ψεύτικη χειροβομβίδα ήταν λανθασμένη. Όπως κι έγινε.

Οι αστυνομικοί, όταν μπήκαν στο διαμέρισμα μαζί με τον αρχηγό της αστυνομίας, τράβηξαν με δύναμη τον Απόστολο Μακρινό, έκοψαν το κορδόνι και κατάφεραν να τον απελευθερώσουν. Την ίδια στιγμή, ο Ματέι άρπαξε την κοπέλα, η οποία άρχισε να φωνάζει πανικόβλητη «Μη». Ο Νίκος Ευαγγελάτος βρισκόταν ξανά στον αέρα και όσα διαδραματίζονταν στο διαμέρισμα, ακούγονταν στην τηλεόραση από το ανοιχτό τηλέφωνο.

Ο Ματέι πρόλαβε όμως να πιάσει την Αμαλία Γκινάκη, την οποία έσπρωξε στους αστυνομικούς, αφού της είχε βάλει πρώτα στο σορτς της τη χειροβομβίδα, με αποτέλεσμα να εκραγεί.
Το σώμα της Αμαλίας ήταν σχεδόν κομμένο στα δύο, ενώ – εκτός από αρκετούς αστυνομικούς – τραυματίστηκε και ο ίδιος ο Ματέι.

Ο άδικος χαμός της Αμαλίας και ο μυστηριώδης θάνατος του Ματέι

Αμέσως μετά την έκρηξη, υπήρξε πανικός και το χάος δεν άργησε να έρθει. Όλοι οι αστυνομικοί της επιχείρησης τραυματισμένοι, με τον οδηγό του αρχηγού της Αστυνομίας να βρίσκεται με ακρωτηριασμένο πόδι. Η Αμαλία Γκινάκη σε σοβαρή κατάσταση και ο Σορίν Ματέι επίσης.

Δυστυχώς, οι αρχές δεν είχαν εκκενώσει το χώρο, όπως θα έπρεπε, με αποτέλεσμα τα ασθενοφόρα να καθυστερήσουν μία ώρα για να φτάσουν στο σημείο της τραγωδίας.

Η Αμαλία Γκινάκη μεταφέρθηκε στον Ερυθρό Σταυρό, οι αστυνομικοί σε στρατιωτικά νοσοκομεία και ο Ματέι αρχικά στον Ερυθρό Σταυρό, και λίγο αργότερα στο Γενικό Κρατικό Νίκαιας. Οι γιατροί προσπάθησαν να σώσουν τη ζωή της Αμαλίας, αλλά τα τραύματα ήταν βαθιά. Η Αμαλία Γκινάκη έφυγε από τη ζωή, μετά από 17 ημέρες νοσηλείας.

Ο Σορίν Ματέι μεταφέρθηκε εσπευσμένα στον Ερυθρό Σταυρό και στη συνέχεια στο Γενικό Κρατικό νοσοκομείο Νίκαιας. Η κατάσταση του δε θεωρήθηκε κρίσιμη και διέταξαν τη μεταφορά του στο νοσοκομείο των φυλακών Κορυδαλλού.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι του είχαν χορηγηθεί μεγάλες ποσότητες υπνωτικών, έτσι ώστε να βρίσκεται σε κατάσταση καταστολής. Σχετικά με τις ποσότητες κατασταλτικών φαρμάκων που βρέθηκαν στο αίμα του Σορίν, ο ιατρός υπηρεσίας, Ιωάννης Κούτρας, ανέφερε ότι ήταν «δόσεις για ελέφαντα».  Αντιθέτωςοι φύλακες υποστήριξαν πως είχε επαφή με το περιβάλλον.

Το πρωί της 26ης Σεπτεμβρίου, ο Ματέι βρέθηκε νεκρός. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή, η μεγάλη ποσότητα κατασταλτικών, με τα δεμένα χέρια σε ύπτια θέση, οδήγησαν σε πνιγμό, λόγω εισρόφησης γαστρικού υγρού.

Ο ιατροδικαστής της οικογένειας του Ματέι, άφησε αιχμές προς τη δικαιοσύνη, πως αν είχε παραμείνει στο νοσοκομείο της Νίκαιας και δεν είχε μεταφερθεί στις φυλακές, θα ήταν ακόμα ζωντανός.

Λόγω των αντιδράσεων, ο τότε Υπουργός Δικαιοσύνης Ευάγγελος Γιαννόπουλος διέταξε Ένορκη Διοικητική εξέταση, αλλά ποτέ δε δόθηκε μια σαφής απάντηση.

Άφαντη η δικαιοσύνη για τη Γκινάκη – Η αθώωση των αστυνομικών

Αμέσως μετά την επιχείρηση, ο αντιστράτηγος Αθανάσιος Βασιλόπουλος παραιτήθηκε από την αρχηγία της Αστυνομίας και αμέσως ξεκίνησε πειθαρχική και δικαστική έρευνα για την υπόθεση. Ο Βασιλόπουλος ανέλαβε όλη την ευθύνη για όσα έγιναν, κάνοντας λόγο για λάθος του ίδιου και λανθασμένης ενημέρωσης των υφισταμένων. Τέθηκε σε διαθεσιμότητα για ένα χρόνο, με την αιτιολογία της ακούσιας ανθρωποκτονίας λόγω αμέλειας. Η Εισαγγελέας Πρωτοδικών, Μαρία Μαλούχου, εισηγήθηκε τη δίωξη όλων των αξιωματικών της Αστυνομίας που συμμετείχαν στην επιχείρηση με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από αμέλεια και των σωματικών βλαβών από αμέλεια παρ’ υποχρέου κατά συρροή.

Στις 8 Μαΐου 2000 απαλλάχθηκαν από το Τριμελές Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών όλοι οι αξιωματικοί της Αστυνομίας.

Στο απαλλακτικό βούλευμα άσκησε έφεση η οικογένεια της Αμαλίας Γκινάκη. Ο Εισαγγελέας Εφετών Καφίρης εισηγήθηκε την παραπομπή σε δίκη μόνο του Αθανάσιου Βασιλόπουλου με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από αμέλεια και των σωματικών βλαβών επίσης από αμέλεια, καθώς εσφαλμένα εκτίμησε και το ότι η χειροβομβίδα ήταν ψεύτικη, και το ότι έπρεπε να πραγματοποιηθεί αιφνιδιαστική επέμβαση στο συγκεκριμένο διαμέρισμα. Το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών ήταν τελικά θετικό στην παραπομπή σε δίκη.

Στις 22 Απριλίου 2005 το πενταμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών αθώωσε κατά πλειοψηφία τον Αθανάσιο Βασιλόπουλο για την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από αμέλεια.

Τόσο ο τηλεοπτικός σταθμός ΣΚΑΙ, όσο και προσωπικά ο Νίκος Ευαγγελάτος, δέχτηκαν αρνητική κριτική για τη ζωντανή μετάδοση της υπόθεσης. Βέβαια οι αρχές υπερασπίστηκαν τον Νίκο Ευαγγελάτο, καθώς κρατούσε ψύχραιμο τον Ματέι. Παρ’ όλα αυτά, το ΕΣΡ επέβαλλε πρόστιμο 50 εκατομμυρίων δραχμών στον ΣΚΑΙ για την απευθείας μετάδοση.

Ο Τύπος της εποχής χαρακτήρισε την τραγωδία ως: «μια ζωντανή μετάδοση ομηρίας που διήρκεσε τέσσερις ώρες, κατά τις οποίες ο κώδικας δεοντολογίας των ΜΜΕ και η Ελληνική Αστυνομία εκτέθηκαν με το χειρότερο τρόπο». 

Οι συγγενείς της αδικοχαμένης Αμαλίας πήραν ένα χρηματικό ποσό σαν αποζημίωση, αλλά ακόμα και σήμερα αναζητούν τη δικαίωση.

Το 2007 γυρίστηκε ένα ντοκιμαντέρ από το τηλεοπτικό κανάλι BBC για την υπόθεση Σορίν Ματέι, στο οποίο μιλούσαν συγγενείς του θύματος, καθώς και οι πρωταγωνιστές της τηλεοπτικής κάλυψης.

Παρακάτω μπορείτε να παρακολουθήσετε το τέλος του ντοκιμαντέρ και τα λόγια των πρωταγωνιστών που διχάζουν…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

eighteen + seventeen =

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.